Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

Ζωή....

H ζωή μας ένα ταξίδι...
Ένα ταξίδι όπου πας ή που επιστρέφεις...
Ένα ταξίδι με προορισμούς..
μονόδρομους...
Ιθάκες...
Συναντάς στιγμές...
προσπερνάς όνειρα....
αναπνέε
ις δάκρυα....





 

Μα.. αν υπάρχει μοίρα τότε ίσως υπάρχουν και νεράιδες,
ίσως υπάρχει και εκείνο το μαγικό ραβδάκι τους
που με ένα άγγιγμα θα κάνει το όνειρο ζωή.....





Mα.... δεν σταματάς ποτέ να βαδίζεις.
Κάποιες φορές με άδεια χέρια μα γεμάτη καρδιά.... 


 

Δεν αγγίζεις κανέναν
παρά μόνο όσους στάθηκαν για λίγο δίπλα σου....
Kαι ύστερα
έγιναν δειλό φως μιας άλλης μέρας
που δεν θα σε βρει εκεί.... 



 

Αλήθεια
υπάρχει μοίρα ή την δημιουργούμε μόνοι μας; 

Η ΝΥΧΤΑ ΕΧΕΙ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ!!

Κοίταξε στο παράθυρο
τον κόσμο που γυρίζει
Φεύγει ο ήλιος βιαστικά
κι η νύχτα μας ορίζει

Κλείσε ξανά τα μάτια σου
και στο χαμό μας πάμε
Η νύχτα έχει διαδρομές
για μας που αγαπάμε

Του έρωτα την ερημιά
ποια βρύση τη δροσίζει
το αίμα καίει σαν φωτιά
στην φλέβα που γυρίζει

ΜΕ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙΣ.....

Με ταξιδεύεις…
Αν μπορούσα μόνο λίγο και εγώ
να σου πω τι θέλω ,τι επιθυμώ.
Αν μπορούσα έστω μόνο μια στιγμή
να φωνάξω έλα και να είσαι εκεί

Αν μπορούσες λίγο να το φανταστείς
σε μια ελπίδα μέσα να χωράνε τρεις
μια τρελή μου σκέψη πέρασε νωρίς

Με ταξιδεύεις…

Αν μπορούσες μέσα μου να μπεις βαθιά
κολυμπώντας κάπου γύρω στη καρδιά
να πνιγείς στο κόκκινο απ` τη φωτιά

Αν μπορούσα τότε θα` μασταν αλλιώς
Δυο λευκά φεγγάρια σ` ένα μαύρο φως

Με ταξιδεύεις…

Crazy !!!!!!


Η φωτογραφία αυτή με ηρεμεί πολύ όταν την κοιτάζω!


Την αφιερώνω μαζί με το τραγούδι......
Album photos - 1.JPG
Γαμημένα φεγγάρια! Έχω μαζέψει πολύ πράμα μέσα μου και ετοιμάζομαι να εκραγώ. Δε φτάνουν τ' άλλα, επηρεάζομαι κιόλας!  


 <a href=

Δύσκολο να πεις πόσο λυπάσαι...
Δύσκολο να εκφράσεις τόσο πόνο...
Δύσκολο να είσαι απ' έξω....
Δύσκολο να δώσεις κουράγιο...
Δύσκολο να δεις το χρόνο...
Δύσκολο να πάρεις αποφάσεις...
Εύκολο να πεις γιατί...
Δύσκολο να πάρεις απάντηση.....
Πολύ δύσκολο....?
Να μιλήσεις.....
και να εκφραστείς..Ευκολότερο...να
χαμογελάσεις .... Η συνέχεια δικιά σου. κι όπως θες....Να μου το πεις!
!

Τρίτη 16 Αυγούστου 2011

Στα απόνερα της καρδιάς μου...

Μουσική σκάλα η ζωή.....

Οι ψίθυροι της θάλασσας..

Βασισμένο σε αληθινή ιστορία

Μάρτιος 1998

Η συνέχεια της ιστορίας ενός τόπου είναι οι άνθρωποι και η θάλασσα.Ούτε τα διάφορα κείμενα ούτε τα παλιά αντικείμενα που επιμένουν στον χρόνο.Οι άνθρωποι κουβαλούν μέσα τους τις ιστορίες του τόπου τους,τις κατάρες του και τις ελπίδες του.Και η θάλασσα τα ψιθυρίζει στους αιώνες.
 

Εκείνο το βροχερό βράδυ του Μαρτίου η Μαρία άρχισε να κλαίει ξαφνικά.Καθόμασταν δίπλα στο τζάκι και παίζαμε όταν άρχισε να κλαίει λέγοντας ότι την πονούσε το κεφάλι της πάρα πολύ.Αμέσως ήρθε από την κουζίνα η γιαγιά και την πήρε αγκαλιά.Προσπαθούσε να την παρηγορήσει λέγοντάς της διάφορα γλυκά λόγια.Αλλά η μικρή δεν σταμάταγε.Την πήγε προς την τζαμαρία του σαλονιού.

΄΄Κοίτα την θάλασσα Μαρία…Εσένα σ’αρέσει τόσο πολύ η θάλασσα αγάπη μου.Σε λίγο καιρό θα κάνεις μπανάκι στα νερά της…’’,έλεγε η γιαγιά. 



Η μικρή ξαδερφούλα μου φάνηκε να ηρεμεί κάπως.Άρχισε να κοιτάζει την θάλασσα πνίγοντας τα αναφιλητά της.Σηκώθηκα και πήγα προς το μέρος του.Κοίταξα προς τα έξω.

Η θάλασσα ήταν σκοτεινή και αγριεμένη.Πιο μέσα αχνοφαίνονταν κάποια φώτα από τα μαύρα βουνά της Ζακύνθου.Άκουγα καθαρά τον ήχο των κυμάτων που σκάγανε πάνω στα βράχια.Εκείνο τον καιρό με φόβιζαν αυτές οι νύχτες,παιδί καθώς ήμουν.Το τοπίο ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό που συνηθίζαμε τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια.Ήταν τόσο ξένο.

 



Γύρισα και κοίταξα την Μαρία.Είχε αρχίσει να κοιμάται στην αγκαλιά της γιαγιάς.Αλλά κάποια τελευταία δάκρυα συνέχιζαν να κυλάνε αργά αργά στα μάγουλά της.Και τότε πάγωσα από αυτό που είδα.Τα δάκρυα έμοιαζαν στην πορεία τους να χαράζουν τα κόκκινα μάγουλα της μικρής.Στο πέρασμά τους άφηναν μικρές χαρακιές.Η γιαγιά το παρατήρησε και αυτή σταματώντας ξαφνικά το νανούρισμά της.Και μετά σήκωσε τα πράσινα μάτια της και με κοίταξε έντρομη. 

Μάρτιος 1918

Το χωριό είχε αδειάσει.Οι άντρες είχαν φύγει για τον πόλεμο και οι γυναίκες πήραν πάνω τους όλη την δουλειά.Στην πλατεία και στα καφενεία δεν έβλεπες κανέναν σχεδόν παρά μόνον κάτι γέρους να καπνίζουν και να συζητάνε θερμά για τον Μεγάλο Πόλεμο.Ήταν λες και ένα σύννεφο είχε πέσει πάνω στο μικρό χωριό αφαιρώντας του κάθε ζωή και χαρά.Ένα σύννεφο που σκέπαζε και όλη την Ευρώπη και όχι μόνο.

Εκείνες τις μέρες ξεκίνησε και η παράξενη ιστορία της Μαρίας που τάραξε κάπως την βουβή ζωή του χωριού.Και που με τα χρόνια κατέληξε να ακούγεται από τα χείλη των κατοίκων σαν ένα σκοτεινό παραμύθι,σαν ένας μύθος. 



Η Μαρία ήταν ορφανή και από τους δυο της γονείς.Τους είχε χάσει μικρή από μια επιδημία γρίπης που είχε χτυπήσει το χωριό όταν ήταν μωρό ακόμα.Η γιαγιά της ανέλαβε να την μεγαλώσει,το μόνο άτομο που είχε πια στον κόσμο.Ζούσαν σε ένα μικρό ξύλινο σπιτάκι δίπλα στην θάλασσα,πολύ πιο μακριά από το υπόλοιπο χωριό που ήταν πάνω στον λόφο χτισμένο.

Από παιδί η Μαρία πέρναγε όλη της την μέρα στην παραλία παίζοντας με την άμμο και κυνηγώντας τα καβουράκια στα βράχια.Και όταν ο καιρός το επέτρεπε βούταγε στην θάλασσα και κολυμπούσε με τις ώρες.Ήταν φτωχή αλλά ευτυχισμένη. 



Την εποχή λίγο πριν τον πόλεμο η Μαρία είχε αρχίσει να δουλεύει καθαρίζοντας σπίτια και αυλές.Η γιαγιά της ήταν πια πολύ μεγάλη για τέτοια.Αλλά παρόλη την δουλειά της,η Μαρία έβρισκε χρόνο να πηγαίνει στην θάλασσα,κυρίως την ώρα που ο ήλιος χανόταν πίσω από τα βουνά της Ζάντε.

Ήδη δεν ξεκίνησα την ιστορία μου και νιώθω να με τραβάει σε βαθιά νερά…Η προσπάθεια να ζωντανέψω έναν κόσμο σχεδόν πεθαμένο με εξαντλεί αφάνταστα…

Μα τα πρόσωπα πιέζουν να ξαναγεννηθούν και οι μορφές τους επιτακτικά μου λένε να συνεχίσω. 



Σε ένα από αυτά τα ηλιοβασιλέματα γνώρισε τον Στέργιο.Ένα παιδί από γειτονικό χωριό που ψάρευε στα νερά αυτά με τον πατέρα του.Εκείνο το δειλινό ο Στέργιος ήταν με τον φίλο του τον Νίκο στην βάρκα,όχι πολύ μακριά από την αμμουδιά.Ξαφνικά η Μαρία είδε την βάρκα να κατευθύνεται προς τα έξω στην παραλία της,αντί να συνεχίσει την συνηθισμένη της πορεία προς τα δυτικά.
 

΄΄Έχουμε μια διαφωνία με τον φίλο μου’’,της μίλησε πρώτος ο Στέργιος.

΄΄Σε είδαμε κάτι να γράφεις στην άμμο.Ο Νίκος πιστεύει ότι έγραφες το όνομά σου αλλά εγώ δεν συμφωνώ…’’,συνέχισε ο Στέργιος.

Η Μαρία δεν μιλούσε ενώ ο Νίκος,πιο πίσω από τον Στέργιο,γέλαγε θριαμβευτικά σίγουρος για την νίκη του.Τελικά η κοπέλα έσπασε την σιωπή της.
΄΄Εσύ τι πίστευες δηλαδή?’’,ρώτησε τον Στέργιο κοιτάζοντάς τον στα μάτια.

΄΄Πίστευα ότι ζωγράφιζες τον ήλιο καθώς δύει’’,απάντησε χαμογελαστός.

Η Μαρία δεν αποκρίθηκε παρά πλησίασε το μέρος που είχε γράψει πάνω στην άμμο.Κοίταξε τον Στέργιο.

΄΄Εχεις δίκαιο.Αυτό έκανα.’’,και με το γυμνό της πόδι έσβησε το χαραγμένο πάνω στην άμμο όνομά της.Το χαμόγελο του Νίκου πάγωσε και το πρόσωπό του πήρε μια έκφραση μίσους και οργής.

Η βάρκα εκείνη έφερε τον έρωτα και ατέλειωτα ευτυχισμένα ηλιοβασιλέματα στην Μαρία και τον Στέργιο.Μα όλα τα καλά γρήγορα τελειώνουν.Η ιστορία και τα γεγονότα σε προλαβαίνουν και σε ξεγυμνώνουν χωρίς να το καταλάβεις.

Ο Μεγάλος Πόλεμος έφερε την ανησυχία στα πρόσωπα των κατοίκων.Μια ανησυχία που έγινε μεγαλύτερη όταν από την Ζάκυνθο έφτασε στην θάλασσά τους το αγγλικό μεταγωγικό ‘Flesh’.Δεκάδες βάρκες από το πλοίο έφτασαν στην στεριά άδειες σχεδόν.Το ίδιο απόγευμα της Κυριακής οι βάρκες αυτές ήταν γεμάτες από άντρες που φεύγαν για τον πόλεμο.Και πίσω τους άφηναν μια παραλία γεμάτη πρόσωπα δακρυσμένα και σκυθρωπά.    


Της είχε χαρίσει έναν ασημένιο σταυρό πριν φύγει.Το κάτω άκρο του κατέληγε σε μύτη ξίφους.Δεν τον έβγαζε ποτέ από πάνω της.

Μετά από κάποιες μέρες στο χωριό άρχισε να πληθαίνει το μαύρο.Κάθε Δευτέρα έρχονταν γράμματα από το μέτωπο και μαζί τους έρχονταν και οι νεκροί μέσα στις γραμμές.Έμοιαζε η Κυριακή ολόκληρη μια προσευχή και η Δευτέρα μια μαύρη απογοήτευση.

Μια τέτοια Δευτέρα ήρθε και ο Στέργιος νεκρός σε δύο γραμμές ενός κιτρινισμένου

χαρτιού.Τα επόμενα δειλινά η Μαρία έκλαιγε δίπλα στα βράχια με τον σταυρό του στο χέρι.Τα δάκρυά της ανακατεύονταν με το αφρισμένο νερό των κυμάτων.Από τότε άρχισε να χάνει τα λογικά της.

Άλλαξε σπίτι και ανέβηκε στο χωριό μακριά από την παραλία.Μάταια η γιαγιά της πάλευε να της αλλάξει γνώμη.Η Μαρία μισούσε την θάλασσα. 

Ήταν Μάρτιος όταν άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες στο χωριό ότι η ορφανή τρελάθηκε.Λέγαν ότι κάθε Κυριακή βράδυ κατέβαινε από το χωριό στην παραλία σαν υπνωτισμένη και στεκόταν εκεί μιλώντας στην θάλασσα.Στην αρχή ήρεμα και μετά από λίγο άρχιζε να την βρίζει με λόγια άσχημα και κατάρες φοβερές.Κανένας δεν τόλμαγε να την σταματήσει και να την ηρεμήσει.Υπήρχε κάτι στην όψη της που τους τρόμαζε.

Δεν αργεί μια ταλαιπωρημένη ψυχή να γίνει το μαύρο πρόβατο όλων των συμφορών ενός τόπου.Οι νεκροί αυξάνονταν συνέχεια και η συμπόνοια για την Μαρία μετατράπηκε σε καχυποψία.Και μετά η καχυποψία σε μίσος.Οι ντόπιοι άρχισαν να την κατηγορούν κρυφά στην αρχή και μετά ανοιχτά ότι προκαλούσε όλο το κακό με την συμπεριφορά της.Οι κατάρες της στην θάλασσα γύρναγαν πάνω στο χωριό τους.

Άρχισαν να την απειλούν και να της λένε να σταματήσει.Μα εκείνη δεν άκουγε κανέναν.

Μια μέρα που καθόταν στην αυλή και έκλαιγε πέρασε μια γειτόνισσα και της είπε

΄΄Ως πότε θα κλαις τον νεκρό και θα φέρεσαι έτσι?Κάποτε θα σταματήσεις κι εσύ’’ 


Το άλλο πρωί η Μαρία είχε χαράξει το πρόσωπο της βαθιά.Είπαν ότι ήταν δάκρυα αυτά και ότι το έκανε με τον ασημένιο σταυρό του αγαπημένου της.Έτσι τα δάκρυα δεν θα φεύγαν ποτέ από πάνω της.

Όταν το έμαθε αυτό ο ιερέας του χωριού είπε απλά την λέξη ΄΄δαιμονισμένη’’ σκορπώντας στους άλλους τον πανικό μέσα στην εκκλησία.Μετά τους ηρέμησε λέγοντας τους ότι αυτός και ο γιος του ξέραν τι έπρεπε να κάνουν για να σώσουν αυτή την αμαρτωλή ψυχή.Και ο γιος του,που με το που είχε αρχίσει ο πόλεμος τάχτηκε στην υπηρεσία του Θεού,συμφώνησε κουνώντας καταφατικά το κεφάλι του.Μονάχα ο δάσκαλος του χωριού τόλμησε να πει ότι η κοπέλα αυτή χρειαζόταν άλλου είδους βοήθεια.Μα ήταν νέος και δεν είχε την σοφία του γέρο ιερέα.Κανείς δεν τον άκουσε και τα λόγια του πέταξαν για λίγο μέσα ανάμεσα στις εικόνες αγίων και στα αναμμένα κεριά και μετά χάθηκαν.  



Η τελευταία Κυριακή της Μαρίας ήταν βροχερή από το πρωί.Σηκώθηκε την ίδια ώρα το βράδυ από το κρεβάτι της και τράβηξε για την παραλία.Πιο πίσω ακολουθούσε με δάδες και φανάρια αναμμένα όλο το χωριό με τον ιερέα μπροστά μπροστά.Κρατούσε έναν μεγάλο μεταλλικό σταυρό και κάτι έψελνε.Η βροχή έμοιαζε να μην ενοχλεί κανέναν.

Η Μαρία σταμάτησε δίπλα στα μεγάλα βράχια.Μέσα στην νύχτα φαινόταν μόνο το άσπρο της φόρεμα και τα μακριά καστανά μαλλιά της που τα παρέσερνε ο άνεμος.Άρχισε να μιλάει πάλι στην θάλασσα.Ήρεμα στην αρχή και μετά με μεγαλύτερη ένταση.Στο τέλος άρχισε πάλι να την βρίζει τραβώντας τα μαλλιά της. 

Μετά έπεσε πάνω στον βράχο έχοντας σπασμούς σε όλο της το σώμα.

Το πλήθος είχε μείνει ακίνητο και άφωνο.Ο ιερέας προχώρησε αργά και σταθερά προς το μέρος της φωνάζοντας λόγια επιτακτικά στον δαίμονα που πίστευε ότι την είχε κυριεύεσει.Και τότε έγινε κάτι συγκλονιστικό.

Μια αστραπή δυνατή χτύπησε τον σταυρό του παπά σκοτώνοντας τον αμέσως.Οι κάτοικοι πάγωσαν για λίγο στην αρχή και μετά άρχισαν να τρέχουν πανικόβλητοι προς το χωριό.Ο τρόμος τους είχε συνεπάρει την ψυχή.

Το επόμενο πρωί όταν οι πρώτοι θαρραλέοι ξαναπήγαν στην παραλία βρήκαν την γιαγιά της ορφανής να μοιρολογάει δίπλα στο άψυχο κορμί της κοπέλας.Κάποιος είχε καρφώσει ένα μαχαίρι στην καρδιά της Μαρίας πάνω στον βράχο.Στο χέρι της ακόμα κρατούσε σφιχτά το σταυρουδάκι της.

Μόλις είδε τους κατοίκους η γρια άρχισε να εκτοξεύει κατάρες πάνω τους.Λίγο πριν καταρρεύσει και αυτή την άκουσαν να λέει:

΄΄Τα δάκρυα της κόρης μου να χαραχτούν για πάντα στα πρόσωπα των παιδιών σας!’’

Μάρτιος 1998 


Πάνε ώρες που η μικρή κοιμάται μέσα στο δωμάτιο.Αύριο θα την πάμε στον γιατρό για τα περίεργα σημάδια που έβγαλε στα μάγουλά της.Λίγο πριν κοιμηθώ ξανακοιτάζω προς την θάλασσα.Κάτι τέτοιες ώρες με φοβίζει πολύ… 

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2011

Αναμνήσεις απο το μαθητικό μου ΛΕΥΚΩΜΑ!!

Σκαλίζοντας την βιβλιοθήκη μου πέτυχα ένα ΛΕΥΚΩΜΑ ΜΟΥ απ' το Γυμνάσιο Θηλέων ΙΕΡΑΠΕΤΡΑΣ  που ήμουν μαθήτρια το 1978-1979.....δεν άντεξα να μην το μοιραστώ μαζί σας...κάποιες σελίδες και φωτο ...είναι αρκετά μεγάλο φίλοι μου και με πολύ πλούσιο υλικό! εεε....ρε αναμνήσεις μαθητικές....εκδρομές...γέλια ...τραγούδια και παιδικοί έρωτες!!!!

Τα λόγια είναι περιττά.....











Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

40 ερωτήσεις ψάχνουν απάντηση...ιδού.

100_0653.JPG

H φίλη ΕΛΕΝΗ ΚΑΙ Η ΖΟΥΖΟΥΝΑ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗΝ  ΚΑΙΤΗ αποδείχθηκαν πολύ περίεργες (χαχαχαχαχα!) και αφού με φώτισαν με μια δυνατό φακό, μου έκαναν ούτε μια ούτε δύο, αλλά 40 ολόκληρες ερωτήσεις, στις οποίες έπρεπε να απαντήσω! Ιδού!

Όνομα: Λ. Κ.
Γενέθλια: 22/07
Ζώδιο: Καρκίνος
Χρώμα μαλλιών: ...ποτέ σκούρο....
Χρώμα ματιών: ...καστανά.
Έχεις ερωτευτεί ποτέ; Έχω
Είδος μουσικής που ακούς: πολλά – βλ. προφίλ και posts μου(κρητικά)
Χαρακτήρας Disney /Warner Bros: Coyote
Ποιος φίλος/η σου μένει πιο μακριά; Η Ε.
Πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι μόλις ξυπνήσεις; Τι μέρα είναι; Τι έχω να κάνω; Καφέεεε!
Κάτι που έχεις πάντα μαζί σου και δεν το αποχωρίζεσαι; Κινητό, φωτογραφική μηχανή.
Τι έχεις στον τοίχο σου; Τους πίνακες της θείας μου ...πολλών ετών...
Τι έχεις κάτω απ’ το κρεβάτι σου; Μια βαλίτσα.....
Αν ήσουν μόνος/η στο σπίτι και άκουγες ένα βάζο να σπάει τι θα έκανες; Θα φοβόμουν στην αρχή και μετά θα κοιτούσα αν έχω αφήσει κάποιο παράθυρο ανοιχτό και κάνει ρεύμα.
Αγαπημένος αριθμός; 13
Αγαπημένο όνομα; Αγάπη!
Τα χόμπι σου; κολύμπι, 
Πού θα ήθελες να ήσουν τώρα; Σε μια όμορφη παραλία ...θάλασσα.
Μια ευχή για το μέλλον; Να είναι καλά τα αγαπημένα μου πρόσωπα!!
Αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο χρόνο και να γυρίσεις πίσω, σε ποια εποχή θα πήγαινες; Στο 30 μ.Χ. για να δω ποιος ήταν τελικά αυτός που έκανε τόσο κόσμο να τον πιστέψει
Φωτιά! Πάρε κάτι μαζί σου: κινητό - laptop- φωτο.
Αγαπημένο λουλούδι; Ροζ τριαντάφυλλο - ορχιδέα - κυκλάμινο (γενικά, μου αρέσουν όλα τα λουλούδια)
Αγαπημένη σειρά; House MD, Sex and the City
Αγαπημένη ταινία; πολλές - και συνεχώς μεγαλώνει ο αριθμός
Αγαπημένο τραγούδι; πολλά, ανάλογα με τη στιγμή...

Αγαπημένο ζώο; Σκύλος (στην αρχή ήθελα να βάλω "άντρες" αλλά συγκρατήθηκα :Ρ)
Αγαπημένο ρούχο; Τζην
Αγαπημένος καλλιτέχνης/ιδα; Πολλοί
Αγαπημένο χρώμα; χμμμ... μαύρο;
Αγαπημένο φαγητό; Ό,τι κάνω με τα χεράκια μου
Με ποιον χαρακτήρα από cartoon (Disney, WB, comics) ταυτίζεσαι; Με κανέναν - αυτοί μπορεί να ταυτίζονται μαζί μου χαχαχα!!!!!!
Κακή συνήθεια; Αργώ να κοιμηθώ το βράδυ
Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που σου αρέσει; Χαμογελάω
Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που δε σου αρέσει; Όχι μόνο ένα.....
Συνηθισμένη ατάκα; Ε δεν πάμε καλά...
Δουλειά που θα ήθελες να κάνεις; Γιατρός!
Μεγαλύτερος φόβος; τα νοσήματα....
Η καλύτερη pizza; Με bacon και μανιτάρια
Πιστεύεις ότι τα κατοικίδια ζώα είναι...: τέλεια παρέα, αλλά θέλουν αφοσίωση και χώρο

Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

Το δακρυσμένο φεγγάρι!


 

Μια φορά κι έναν καιρό εκεί ψηλά στον ουρανό ο Γαλαξίας των αστεριών, ο Ήλιος, το φεγγάρι , η Πούλια και ο Αυγερινός έκαναν ένα πάρτυ. Φαντάζεστε το μεγαλείο;Τα αστέρια έλαμπαν συνεχώς φορώντας τα ασημένια κοστούμια τους, ο Ήλιος είχε φορέσει την πορφυρή του χλαμύδα, η Πούλια σαν μάγισσα της νύχτας είχε ντυθεί ανάλογα και ο Αυγερινός ντυμένος με το σμόκιν του έμοιαζε πολύ επίσημος...!Είχαν πιάσει όλοι θέση στην χρυσοστολισμένη αίθουσα του ουρανού, όταν κάτι ψίθυροι έκαναν όλους να γυρίσουν τα κεφάλια τους. Μα τι να συνέβη άραγε;Το φεγγάρι! Που ήταν το φεγγάρι; Θα έχανε τέτοια φιέστα;  

 

Κι εκεί που αναρωτιόντουσαν ένα κατάλευκο σύννεφο, χωρίς κοιλίτσα, με ένα ροζ φιόγκο στο λαιμό, λίγο κουτσομπόλικο, πλησίασε την αμήχανη παρέα για να τους λύσει την απορία.Εκείνα μόλις το είδαν φοβήθηκαν ότι πάλι κάτι θα σκάρωνε, και τραβήχτηκαν πίσω, αλλά το συννεφάκι ανέβηκε σε ένα τραπέζι και φραπ! Στάθηκε πάνω στο ψηλό κηροπήγιο που ακόμα το κερί δεν το είχαν ανάψει και τους είπε:- Το φεγγάρι είναι δακρυσμένο. Τα ματάκια του είναι κόκκινα και τα χειλάκια του όλο σουφρώνουν...έτοιμο να κλάψει.- Μα γιατί; Γιατί; Αναρωτιόντουσαν όλοι μαζί γεμάτοι περιέργεια.- Που να σας τα λέω! Συνέχισε το συννεφάκι. Η αδελφή μου η Πουπουλένια απέρριψε την πρόταση γάμου που της έκανε και εκείνο έφυγε ένα μακρινό ταξίδι για τη χαμένη Ατλαντίδα. Εγώ το ακολούθησα χωρίς να με καταλάβει και τελικά είδα ότι έφτασε σε ένα ξερονήσι. Κατέβηκε σε ένα παλιό πέτρινο κάστρο. Έβγαλε το καπέλο του, σήκωσε τα μανίκια του από το φαρδύ πουκάμισο και χτύπησε την πόρτα. Ανοιξε μια όμορφη κοπέλα, με μακριά κατάξανθα μαλλιά που όμοιά της δεν έχω ξαναδεί.  



 
Το φεγγάρι τη χαιρέτησε και καθώς η πόρτα ήταν ανοιχτή, πέρασα κι εγώ μέσα. Πήγα γρήγορα γρήγορα και κρύφτηκα πίσω από τις βελουδένιες κουρτίνες που έντυναν τα επιβλητικά παράθυρα. Πιάστηκαν χέρι-χέρι και προχώρησαν σε έναν μακρύ διάδρομο, ώσπου έφτασαν σε ένα σαλόνι πλημμυρισμένο από δυνατό φως. Κάθισαν σε ένα τραπέζι φτιαγμένο από όστρακα και γυαλί, κτύπησε η ξανθομαλλούσα το σήμαντρο και τέσσερις υπηρέτες ντυμένοι στα λευκά, και με ένα παράξενο καπέλο στο κεφάλι παρουσιάστηκαν κρατώντας στα χέρια τους πιατέλες με αχνιστά φαγητά. Σερβίρισαν, και έτσι όπως ξαφνικά ήρθαν έτσι και εξαφανίστηκαν! Σαν απόμειναν μονάχοι, άκουσα το φεγγάρι που είπε: «Καλή μου Σίρλευ, σήμερα ήρθα στο Κάστρο σου κάνοντας αυτό το μακρινό ταξίδι για να σου πω τον πόνο μου».- Και τι έγινε; Ρώτησε η παρέα γεμάτη αγωνία.- Το φεγγάρι άρχισε να διηγείται την απόρριψη της Πουπουλένιας και τον αγιάτρευτο καημό του. Και τότε τα λαμπερά μάτια της Σίρλει, έλαμψαν. Σηκώθηκε, αγκάλιασε το φεγγάρι και τον τράβηξε από το χέρι κι εκείνος την ακολούθησε σε έναν απέραντο κήπο γεμάτο παράξενα δέντρα και λουλούδια. Κάθισαν σε ένα μαρμάρινο πεζούλι, τοποθέτησε τον καθρέπτη της μπροστά τους, κοίταξε μέσα και βλέποντας το φεγγάρι του είπε: «Φίλε μου αγαπημένε κοίταξε τι όμορφος που είσαι; Αν δεν σε θέλει η Πουπουλένια, χρόνια τώρα σε περιμένω εγώ, σαν μια μακρινή ιστορία παραμυθιού. Τι λες;». Το φεγγάρι δάκρυσε. Τι κρίμα...αγαπούσε την Πουπουλένια. Αλλωστε ζούσαν στην ίδια πολιτεία του ουρανού κι έτσι θα μπορούσαν να είναι μαζί, ενώ με τη Σίρλει; Μόνο αν κάποια μάγισσα την έκανε αστέρι και πέταγε μαζί του ψηλά στο ουράνιο στερέωμα...δύσκολο...κι έτσι, το φεγγάρι σηκώθηκε. Έπρεπε να φύγει γιατί είχε μεγάλο ταξίδι να κάνει. Αποχαιρέτησε τη φίλη του και άρχισε να ανεβαίνει για το σπίτι του.- Κι εσύ τι έκανες;- Εγώ την ακολούθησα, συνέχισε το κατάλευκο συννεφάκι και τότε είδα τα δάκρυα που έπεφταν από τα μάτια του Φεγγαριού πάνω στη γη, γεμίζοντάς τη με κάτι όμορφα λουλούδια που τα ονόμασαν νυχτολούλουδα. 




Μυρίζουν μόνο κάθε βράδυ, γεμίζοντας τον τόπο μοσχοβολιά, για να θυμίζουν την όμορφη ιστορία αγάπης του Φεγγαριού που σημάδευε παντοτινά τη ζωή του. 

Photobucket

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

.....είπαν....

Είναι τόσο μικρή η ζωή!
Ούτε τον εαυτό σου δεν προφταίνεις να γνωρίσεις.
Ούτε ακόμα να χορτάσεις αυτή τη γλυκιά προσμονή
για όλα αυτά, που έτσι κι αλλιώς, το ξέρεις πως δε
θα ‘ρθουν… 

Upload.gif


Αλκυόνη Παπαδάκη

Συνολικές προβολές σελίδας

Ο Καιρός.

....για να δούμε τι θα δούμε στην Τ.V.......

me