Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

...είπε ένας μικρός ήρωας....

Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι’ αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν’το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια  
μια τελευταία τους επιθυμία.  Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις “συγνώμη”, “συγχώρεσέ με”, “σε παρακαλώ”, “ευχαριστώ” κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.  




Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ’ τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.”

ΠΟΙΗΣΗ!

Είδα κι απόειδα πηρά το δίκαννο και κατέβηκα να κάνω επανάσταση… Κατέβηκα αποφασισμένος να σκοτώσω! …αλλά δεν ήξερα ποιον! Ρωτάω έναν: «ρε φίλε ποιος είναι ο εχθρός;…»… «μπορεί η κυβέρνηση» μου λέει… «ίσως οι Αμερικάνοι… μπορεί να είναι και η γριά που τους ψήφισε… ο γέρος που είναι κολλημένος … ο υπάλληλος που βολεύτηκε… αυτός που τον λάδωσε… ο εκδότης που τον στήριξε… ο εργολάβος που τα άρπαξε… ποιος ξέρει;…» Σοκαρίστηκα …και πάτησα τη σκανδάλη!… τώρα πως βρέθηκα σοβαρά τραυματισμένος στο νοσοκομείο δεν ξέρω… 
 

Ποίηση: Χάρης Καφετζόπουλος

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011

.....είπαν....

Κάθε λουλούδι έχει τη θέση του στον ήλιο,
κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο. Κάθε άνθρωπος
έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του,
κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της άνοιξης μέσα στην τσέπη του!
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011

Μια φορά κι έναν καιρό......ΓΚΡΑΝΤ ΜΑΡΣΙΑ!

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε μια χρυσομαλλούσα βασιλοπούλα που την έλεγαν Βικτόρια. 
Η βασιλοπούλα αυτή πίστευε μ’ όλη της την καρδιά ότι τα παραμύθια βγαίνουν αληθινά κι ότι οι πριγκίπισσες ζουν αυτές καλά κι εμείς καλύτερα.        




Πίστευε στη μαγεία των ευχών, στο θρίαμβο του Καλού ενάντια στο Κακό, στη δύναμη της αγάπης να νικάει τα πάντα, και, γενικά, σε φιλοσοφίες καλά θεμελιωμένες στη σοφία των παραμυθιών
Από τότε που θυμόταν τον εαυτό της, η βασιλοπούλα, ροδοκόκκινη και ζεστούλα μετά το βραδινό της αφρόλουτρο, χωνόταν μέσα σε χνουδωτά ροζ παπλώματα και στοίβες από πουπουλένια μαξιλάρια, κι άκουγε τα παραμύθια που της διάβαζε η βασίλισσα για ωραίες, λυπημένες κυράδες. 
Στο τέλος, πάντα, η ωραία δεσποσύνη, πότε ρακένδυτη, πότε καταραμένη να κοιμάται για εκατό χρόνια, πότε παγιδευμένη σε κάποιον πύργο, σωζόταν από κάποιον γενναίο και γοητευτικό πρίγκιπα.
Η βασιλοπούλα απολάμβανε κάθε λέξη που της διάβαζε η μητέρα της, και κάθε βράδυ γλιστρούσε στον ύπνο καθώς ύφαινε δικά της, υπέροχα παραμύθια
. «Θα ’ρθει ποτέ ο πρίγκιπάς μου;» ρώτησε ένα βράδυ τη βασίλισσα, με τα γλυκά, κεχριμπαρένια μάτια της όλο απορία κι αθωότητα. 
«Ναι, αγάπη μου» απάντησε η βασίλισσα.
«Μια μέρα...» 
«Και θα ’ν’ ψηλός και δυνατός κι όμορφος και γενναίος;» ρώτησε η βασιλοπούλα
. «Βέβαια! Θα ’χει όλα όσα ονειρεύεσαι, κι ακόμα πιο πολλά. Θα ’ναι το φως της ζωής σου, ο λόγος της ύπαρξής σου. Έτσι είναι γραφτό να γίνει.»
«Και θα ζήσουμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα, όπως στα παραμύθια;» ρώτησε μ’ ένα ύφος ονειροπόλο, γέρνοντας το κεφάλι πάνω στα πλεγμένα της δάχτυλα. 
Η βασίλισσα πέρασε το χέρι της απαλά πάνω απ’ τα μαλλιά τής βασιλοπούλας και τα χάιδεψε με αργές, μαλακές κινήσεις.
«Ακριβώς όπως στα παραμύθια» απάντησε, «τώρα, όμως, είναι ώρα για ύπνο.» 
Φίλησε απαλά τη βασιλοπούλα στο μέτωπο, κι ύστερα βγήκε απ’ το δωμάτιο, κλείνοντας σιγανά πίσω της την πόρτα.  

«Μπορείς να βγεις τώρα – δεν υπάρχει κίνδυνος» ψιθύρισε η βασιλοπούλα.
Έσκυψε κάτω απ’ το κρεβάτι της και ανασήκωσε το στρώμα. 
«Έλα, αγόρι μου!»
Ο Τίμοθι Βάντενμπεργκ ο Τρίτος έδωσε ένα σάλτο κι έπιασε τη συνηθισμένη του θέση δίπλα της. 
Δεν έμοιαζε καθόλου με Τίμοθι Βάντενμπεργκ Τρίτο. 
Πιο πολύ έμοιαζε με τσοπανόσκυλο.
Όμως, η βασιλοπούλα τον αγαπούσε σαν να ’ταν ο βασιλικότερος σκύλος του κόσμου.
Τον αγκάλιασε χαρούμενη. Ευχαριστημένοι, αποκοιμήθηκαν κι οι δυο
. Συχνά, η βασιλοπούλα έβαζε την πούδρα της βασίλισσας από βότανα και το βραδινό της φόρεμα με τα ψηλοτάκουνα παπούτσια τού χορού που της θύμιζαν τα γυάλινα γοβάκια του παραμυθιού. 
Σηκώνοντας τους εντυπωσιακούς ποδόγυρους για να μην ακουμπήσουν στο πάτωμα, περπατούσε χαριτωμένα μέσα στο δωμάτιο ανοιγοκλείνοντας ντροπαλά τις βλεφαρίδες της, αναστενάζοντας σεμνά και λέγοντας:
«Το ’ξερα πως θα ’ρχόσουν, πρίγκιπα μου» και: «Μα βέβαια! Τιμή μου να γίνω γυναίκα σου!» 
Κατόπιν, έπαιζε τις σκηνές απ’ τ’ αγαπημένα της παραμύθια όπου σωζόταν η πριγκίπισσα, έχοντας μάθει τα λόγια απ’ έξω.
Η βασιλοπούλα προετοιμαζόταν πυρετωδώς για τη μέρα που θα ’ρχόταν ο πρίγκιπας της, και δε βαριόταν ποτέ να παίζει το ρόλο της.
Έτσι, έγινε πολύ καλή στο ν’ ανοιγοκλείνει τις βλεφαρίδες της, ν’ αναστενάζει και να δέχεται προτάσεις γάμου.  

Photobucket


Το βράδυ των έβδομων γενεθλίων της, αφού η πριγκίπισσα έκανε τη μυστική της ευχή κι έσβησε τα κεράκια της σοκολατένιας τούρτας της, η βασίλισσα σηκώθηκε και την πλησίασε, κρατώντας ένα δέμα τυλιγμένο φανταχτερά.
«Ο πατέρας σου κι εγώ πιστεύουμε ότι είσαι πια αρκετά μεγάλη για να εκτιμήσεις αυτό το ξεχωριστό δώρο. 
Πηγαίνει από μητέρα σε κόρη εδώ και πολλές γενιές. Ήμουν ακριβώς στην ηλικία σου όταν μου το ’δωσε η μητέρα μου στα γενέθλιά μου. Κι ελπίζουμε, μια μέρα, να το δώσεις κι εσύ στη δική σου κόρη.» Η βασίλισσα απίθωσε το δέμα πάνω στα απλωμένα χέρια της κόρης της. 
Η βασιλοπούλα φλεγόταν από ανυπομονησία, αλλά, όπως το συνήθιζε, έλυσε το φιόγκο και ξετύλιξε την κορδέλα αργά αργά, για να τα προσθέσει άθικτα στη συλλογή της. 
Ύστερα, με αργές κινήσεις, προσέχοντας μη σκίσει το χαρτί περιτυλίγματος, έβγαλε ένα παλιό μουσικό κουτί, πάνω στο οποίο δύο κομψά αγαλματάκια παρίσταναν ένα ζευγάρι που χορεύει βαλς.
«Κοιτάξτε!» φώναξε, ακουμπώντας απαλά τ’ αγαλματάκια με τις άκρες των δακτύλων της.
«Μια ωραία δεσποσύνη και ο πρίγκιπας της!» 
«Κούρδισε το, πριγκίπισσα» είπε ο βασιλιάς. 
Εκείνη γύρισε πολύ προσεκτικά το κλειδάκι. 
Αμέσως πήρε ν’ ακούγεται η γλυκιά μελωδία του τραγουδιού:
Μια μέρα θα ’ρθει ο πρίγκιπας μου, και το κομψό ζευγάρι άρχισε να στροβιλίζεται.  


Romance Scraps and Graphics



«Αχ, το αγαπημένο μου τραγούδι!» φώναξε η βασιλοπούλα.
Η βασίλισσα καταχάρηκε. «Είναι σαν να σου μιλάει για το μέλλον σου... σαν να σου λέει πώς θα ’ναι...» «Μ’ αρέσει πολύ!» είπε η βασιλοπούλα, ζαλισμένη από τη μουσική και τ’ αγαλματάκια που χόρευαν. «Σας ευχαριστώ! Σας ευχαριστώ!» 

Εκείνο το βράδυ, η Βικτόρια δεν έβλεπε την ώρα ν’ ανέβει στο δωμάτιό της για να παίξει μόνη με το μουσικό κουτί, να κάνει σχέδια και να ονειρευτεί με τη Βίκι – την αόρατη καλύτερη φιλενάδα της, που ο βασιλιάς και η βασίλισσα επέμεναν ότι ήταν φανταστική.

«Κάνε γρήγορα, Βικτόρια!» είπε με λαχτάρα
η Βίκυ  μόλις έκλεισε η πόρτα του δωματίου. «Άνοιξέ το!» «Κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ» απάντησε η Βικτόρια, βάζοντας το μουσικό κουτί πάνω στην τουαλέτα της και γυρνώντας το κλειδί.

Η Βίκυ άρχισε να σιγοτραγουδάει καθώς η μελωδία τού Μια μέρα θα ’ρθει ο πρίγκιπας  μου πλημμύριζε το δωμάτιο.

«Έλα, Βικτόρια, θέλω να χορέψω!» 
«Δεν ξέρω αν κάνει... Νομίζω...»
«Πολλά νομίζεις. Έλα.» 
Η βασιλοπούλα πήγε και στάθηκε μπροστά στον μεγάλο καθρέφτη που ήταν στη γωνία της ροζ και άσπρης κρεβατοκάμαρας της.
Κάθε φορά που κοιταζόταν σ’ αυτόν τον καθρέφτη, το είδωλό της την έκανε να νιώθει τόσο όμορφη, που ήθελε να χορέψει.
Ειδικά τώρα, με τη μουσική, δεν μπορούσε ν’ αντισταθεί, κι έπιασε να χορεύει με μια χάρη και μια ζωηράδα που θαρρείς κι έβγαιναν από κάπου μέσα της, βαθιά.
Μαζί της χόρευε κι ο Τίμοθι Βάντενμπεργκ ο Τρίτος, αν μπορούμε να πούμε «χορό» το ότι στριφογύριζε ασταμάτητα.
Όταν ήρθε η καμαριέρα των επάνω ορόφων για να φτιάξει το κρεβάτι, έμεινε να καμαρώνει τον χαρούμενο χορό της βασιλοπούλας, κι έκανε πολύ περισσότερη ώρα να τελειώσει απ’ ό,τι συνήθως. Ξαφνικά, εμφανίστηκε στην πόρτα η βασίλισσα. 
Η καμαριέρα ταράχτηκε που η βασίλισσα την είχε πιάσει να χαζεύει τη βασιλοπούλα αντί να κάνει τη δουλειά της.
Ο Τίμοθι, που είχε αμέσως διαισθανθεί την παρουσία της βασίλισσας, έτρεξε και κρύφτηκε κάτω απ’ το κρεβάτι.
Όμως, η βασιλοπούλα ήταν τόσο απορροφημένη στο χορό της, που δεν πρόσεξε τη βασίλισσα, ώσπου την άκουσε να διατάζει την καμαριέρα να φύγει.
  Κοκάλωσεστη μέση μιας απ’ τις καλύτερες στροφές της.
«Τι ντροπή, Βικτόρια!» είπε η βασίλισσα. «Πώς μπόρεσες να κάνεις κάτι τόσο αναξιοπρεπές;»
Η βασιλοπούλα ένιωσε ταπεινωμένη. Πώς γίνεται, αναρωτήθηκε, κάτι που την έκανε να αισθάνεται τόσο ωραία, να ’ναι ταυτόχρονα τόσο κακό;
«Αν θέλεις να χορεύεις» είπε η βασίλισσα, «καλύτερα να μάθεις να το κάνεις σωστά.
Η Βασιλική Ακαδημία Παραστατικών Τεχνών διαθέτει έξοχους δασκάλους μπαλέτου.
Αυτή είναι μια ενασχόληση που αρμόζει σε μια πριγκίπισσα πολύ περισσότερο απ’ το να χοροπηδάει, κουνώντας πέρα-δώθε τα χέρια σαν ένας ταπεινός, κοινός θνητός – και μάλιστα, μπροστά σ’ έναν κοινό θνητό!» 


Romance Scraps and Graphics


Εκείνη τη στιγμή, η βασιλοπούλα ορκίστηκε από μέσα της πως ποτέ ξανά, όσο ζούσε, δε θα χόρευε μπροστά σε κάποιον το Μια μέρα θα ’ρθει ο πρίγκιπας μου, με μια εξαίρεση: τον Τίμοθι.
Ο Τίμοθι, βέβαια, ήταν άλλο πράγμα.
Από τότε που η πριγκίπισσα τον βρήκε πεινασμένο κι αδέσποτο να περιπλανιέται γύρω απ’ το παλάτι, του είχε εμπιστευθεί πολλά προσωπικά της πράγματα, κι εκείνος της ανταπέδιδε την αγάπη της, την αγαπούσε – όχι σαν κάτι άλλους που ήξερε... 
Η βασίλισσα ηρέμησε κι έμεινε για το βραδινό αφρόλουτρο της κόρης της. Βοήθησε τη βασιλοπούλα να φορέσει το λιλά νυχτικό της με τα φουσκωτά μανίκια, κι ύστερα κάθισε δίπλα της, πάνω στο κρεβάτι της με την άσπρη δαντελένια κουνουπιέρα.
Πήρε από το κομοδίνο το βιβλίο με τα παραμύθια κι άρχισε να διαβάζει δυνατά. 
Η βασιλοπούλα δεν άργησε να βρεθεί γι’ άλλη μια φορά στον μαγικό κόσμο των παραμυθιών.

Το στομάχι της ηρέμησε, και το λυπηρό περιστατικό χάθηκε ολότελα από το μυαλό της. 

ΓΚΡΑΝΤ ΜΑΡΣΙΑ

1096845




                                                                                                  





Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

....μιά λέξη κάποτε.....

Ήταν μια λέξη κάποτε που κρεμάστηκε από  το φεγγάρι, κάποτε απο τα μαλλιά σου κι ήθελε λέει να μουρμουρίσει λίγο απ'το φώς μες τις σκιές. ''Me and a gunand a man on my backBut i haven't seen Barbados...so i must get out of this...

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

''Η μνήμη χορεύει.....

Image Hosted by ImageShack.us
Ο ήχος της βροχής ελευθερώνει σαν άρωμα τους ασκούς της μνήμης. 
 Image Hosted by ImageShack.us
Ένα φθινοπωρινό βράδυ, καθώς η μοναξιά σαν υγρασία διαπερνά το κορμί, ο νους νωχελικά αφήνεται στο παιχνίδι ενός τρελού. Η φλόγα του κεριού πάνω στο τραπέζι, χορεύει στο ρυθμό της βροχής, φτιάχνοντας αέρινες σκιές στο τοίχο, που μοιάζουν με φιγούρες του χτες. Οι ψίθυροι από ένα παλιό δίσκο φτιάχνουν τους υπότιτλους, μαζί με τη μελωδία της βροχής, στήνουν την ατμόσφαιρα που ντύνει τους σκιερούς ηθοποιούς στο απρόσμενο θεατράκι του τοίχου. Το βλέμμα προχωρά απ’ άκρη σ’ άκρη στο δωμάτιο, σκοντάφτει πάνω στο γραφείο, ένα λευκό χαρτί και λέξεις, σαν πιόνια από σκάκι, έτοιμες να επιτεθούν, πιστοί μου ιπποκόμοι, μοιάζουν να έχουν κάνει κι αυτές την ανταρσία τους, απειθούν, δεν φτιάχνουν πια το ανάπτυγμα της σκέψης μου, ένας μικρός στρατός που αποστάτησε και στράφηκε εντός μου. Κομμάτια λευκών χαρτιών η ζωή μου και τα όνειρα...τα μαύρα στίγματα απ’ το μελάνι, σαν μικρά κάρβουνα που έσβησε η φωτιά τους κι απέμεινε το χρώμα να θυμίζει, πως κάποτε τα πύρωνε η φλόγα μιας φωτιάς... 
Image Hosted by ImageShack.us
Μια ξαφνική ριπή του ουρανού μου αποσπά το βλέμμα, πάντα μου άρεσαν οι κεραυνοί, αυτό το αστραφτερό ξέσπασμα της βροχής στον οργασμό της καταιγίδας, της χαρίζει δευτερόλεπτα μιας άλλης ζωής που σπάει το μονότονο χορό της. Η σκέψη μου λυγίζει και τα μάτια μου...το αποψινό χώμα της γης έξω απ’ το παράθυρο με θέα το χθες και κάγκελα το σήμερα...παράξενο βασάνισμα του νου, σαν να ξαναζούν οι στιγμές...σαν το γέννημα του πόθου, όπως ακριβώς οι ψιχάλες της βροχής, γεννιούνται στα σύννεφα και σαν όνειρα, σαν αερικά πεθαίνουν στη γη.

Image Hosted by ImageShack.us

Λυδάκης Μανώλης ~ Άκρη δεν έχει τούτη η αγάπη


Στίχοι: Κωστούλα Μητροπούλου -
Μουσική: Χρήστος Νικολόπουλος -
Πρώτη εκτέλεση: Μανώλης Λιδάκης ~

Δεν είναι μέρα, δεν είναι νύχτα
είναι τα μάτια σου
είν' η αγάπη μας
και το σκοτάδι.

Δεν είναι ήλιος και καλοκαίρι
είναι το στόμα σου
είναι το χέρι σου
σ' ένα μου χέρι.

Δεν έχει άκρη τούτη η αγάπη
είναι μια σφαίρα
μες στο κορμί μου
και με πονάει. 




..Μαγεία.....

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiJJ5CSlzzAMgcbqTTFaf1D3ah680KXaHjjv_Oa0tINZ_RW-xZygHU85PZMZBFlGfiQUfvWap6fm7CNzoQ1X3yhM-oEMd5_uXTeOA_WLfFkcP4dayOBqKIip4dmcT01gFew_3XasPANu4SQ/s1600/3447786_1077_ab997968f80b7c65_H152336_L.jpg
Το μόνο χρώμα που πρέπει στη θάλασσα μετά το γαλάζιο, το μπλε το βαθύ μπλε, είναι το μαύρο, το μαύρο του σκοταδιού.

Αφήνει να φανεί στην επιφάνεια της η πορφυρή γραμμή που αφήνει το φθινοπωρινό  φεγγάρι που σιγά σιγά, αναδύεται από τα σπλάχνα της............και το σκοτάδι αρχίζει και φωτίζεται.........πορφυρό στην αρχή βαθύ κίτρινιο μετά..........

Μια λέξη αρμόζει, μια λέξη σου' ρχεται στα χείλη μοναχά...........Μαγεία......

....Σκέψεις....

Κι αν φωνάζουν τα κύματα,
δεν τ΄ακούς .... Μόνο οι κτύποι της καρδιάς σου
βαδίζουν πάνω

στο κύμα και βγαίνουν στη στεριά
για να έρθουν κοντά μου ....
Σ΄αναζητώ ... Σε θέλω ...
   Μα δε σε φτάνω ......
   Σε σκέφτομαι ........
   και χάνομαι στις θύμισες ...
   Που είσαι ?

Φθινόπωρο!!

Ο ουρανός σήμερα είναι ασυννέφιαστος, ολογάλανος και ο ήλιος λάμπει και θερμαίνει σαν καλοκαιριάτικος. Κοιτάζοντας έξω από το ανοιχτό παράθυρο, θα μπορούσα να γελαστώ και να νομίσω, πως ο ημεροδείκτης τρελάθηκε. Μα οι φωνές, που ακούω από το δρόμο, με πείθουν πάλι, πως είναι Οκτώβρης.


autumn, cute, leaves, october, orange, photography

Ένας από δω φωνάζει:

-Κάστανα! Κάστανα ζεστά!

Κι άλλος από εκεί:

-Κούμαρα! Κούμαρα!

Έπειτα είναι η μυρωδιά του σπιτιού. Σήμερα μυρίζει ναφθαλίνη. Καταλαβαίνετε γιατί: έχουν βγη από τα μπαούλα τα χειμωνιάτικα ρούχα κι είναι απλωμένα εδώ κι εκεί να ξεζαρώσουν και να ξεμυρίσουν: Χοντρά κοστούμια, βαριά επανωφόρια, φανέλλες, χαλιά, μπερντέδες - η πανοπλία, που θα φορέσουν οι άνθρωποι στο σπίτι, για να πολεμήσουν με τον άγριο χειμώνα που έφτασε. 



autumn, couple, cute, dream, field, hug


Όχι ο ημεροδείκτης μου ο καημένος δεν τρελάθηκε. Μόνο ο ουρανός σήμερα έχει τις ιδιοτροπίες του. Και αντί να φορή κι αυτός ή να ετοιμάζη τα χειμωνιάτικά του, τα φθινοπωρινά του τουλάχιστο, παρουσιάζεται ψιλοντυμένος με τα γαλάζια του. 




autumn, fall, girl, leaves, photography

Μα αλήθεια τόση τρέλα έχει σήμερα ο ουρανός; Πώς τον αφήνει ο γεροχειμώνας, πώς δεν του θυμίζει, πως θα κρυώσει με τα λινά; 




amazing, autumn, awesome, beautiful, cute, fall

Βγαίνω στο παράθυρο, για να ιδώ καλύτερα. Α. όχι! Ό,τι γίνεται στο σπίτι, γίνεται και στον ουρανό; Σύννεφα ατμοί, ομίχλες, να τα απλωμένα εκεί κάτω στους μακρινούς ορίζοντες. Λες πως ότι βγήκαν κι αυτά από τα ουράνια μπαούλα και κρεμάστηκαν στις άκρες, για να ξεζαρώσουν και να ξεμυρίσουν από τη ναφθαλίνη. Κι αύριο μεθαύριο ο ουρανός, θέλοντας και μη, θα τα φορέση και το γαλάζιο του φόρεμα θα σκεπαστή κι ο λαμπρός ήλιος θα κρυφτή. 




Ωστόσο

agua, autumn, autumn float, beautiful, color, colour
το θέαμα είναι ωραίο. Κανείς δεν μπορεί ν' αρνηθή, πως η φθινοπωριάτικη φύση παρουσιάζει ένα σωρό ομορφιές. Το φως κάνει χίλια τρελοπαίχνιδα μ' εκείνα τα μακρινά σύννεφα, τους ατμούς, τις ομίχλες. Τα χρωματίζει με τρόπο, που θα 'φερνε σ' απελπισία οιοδήποτε ζωγράφο.
  





  
autumn, dress, hair, leaves, pretty, rain

Και τα βουνά ολόγυρα, τι ζωηρά χρώματα που παίρνουν; Και τα δέντρα με τα κίτρινα ή κοκκινωπά φύλλα πόσο αλλιώτικα φαίνονται! Και η χλόη ακόμη η πράσινη, με πόσα χρυσάφια έχει στολιστή! Και το χώμα, το σχεδόν άσπρο χώμα του καλοκαιριού, πως έγινε βαθύτερο, ζωηρότερο! Κι όλο το τοπίο, πόλη μαζί και εξοχή, πώς φαίνεται σαν καθαρισμένο, σαν ξανανιωμένο! Γιατί και το φθινόπωρο για μια στιγμή παρουσιάζει το ξανάνιωμα της ανοίξεως. Με τη διαφορά, πως αυτό είναι σταθερό, ενώ εκείνο, το φθινοπώρου, είναι απατηλό, ψεύτικο. 



art, autumn, beauty, camera, cute, girl

Το φθινόπωρο είναι λιγάκι ύπουλο. Προσποιείται το καλοκαίρι, αλλά στο βάθος είναι πάντα χειμώνας. Ιδιοτροπίες σαν τις σημερινές τ' ουρανού, που βγήκε με τα λινά του, είναι πολύ επικίνδυνες. 


autumn, beautiful, chicas, colours, countryside, emotions


Γρηγόρης Ξενόπουλος: Φθινόπωρο.
Διάπλασις των παίδων, 1920

Μπορείς να καταλάβεις..........

<br><center><a href=
Μπορείς να καταλάβεις γιατί το φως γίνεται σκοτάδι;
Γιατί το κρασί μεθάει;
Γιατί ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από μία άγνωστη οντότητα;

<br
Γιατί η μουσική γίνεται εχθρός, μα συνάμα και σύντροφος;
Γιατί η σιωπή φωνάζει;
Γιατί το παιδί της φωτογραφίας μοιάζει θλιμμένο; 

Γιατί τα λεπτά κυλούν μέσα από τους δείκτες του σπασμένου ρολογιού;
Γιατί το ξύλο και το βελούδο γίνονται έρωτας;
Γιατί το δάκρυ έμεινε χρόνια παγωμένο και ποτέ δεν κύλησε; 











Γιατί ο αριθμός δεκαέξι έχει το άρωμα της καταστροφής;
Γιατί το καφέ είναι το χρώμα των ονείρων;  

Γιατί εκείνο το τραγούδι προκαλεί ρίγη; 
  

Γιατί τα ρούχα είναι τσαλακωμένα;
Γιατί η κιθάρα έχει σπασμένες χορδές;
Γιατί το τριαντάφυλλο έχει αγκάθια; 

Days Images View Photos Days Pics
Γιατί το "πρέπει" είναι πιο δυνατό από το "θέλω";
Γιατί το τετράδιο έγινε ημερολόγιο;
Γιατί η ζωή μετριέται σε πέντε σελίδες; -Ψέματα, πλέον τέσσερις.

autumn, beautiful, couple, coupling, cute, deviant



Γιατί η μοναξιά είναι λυτρωτική; 

 

Γιατί οι νύχτες περνούν βασανιστικά γρήγορα;
Γιατί τα αστέρια δε φωτίζουν;

 


Γιατί ήταν έτσι χθες, και προχθές, και την περασμένη εβδομάδα, και τον περασμένο μήνα...;
Γιατί οι ανάσες πέφτουν βαριές στο πάτωμα;  

Μπορείς να κ
αταλάβεις τι είναι "αυτό";
Πες μου, μπορείς;
Όχι.

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Γεννιόμαστε για ν' αγαπάμε.......

Γεννιόμαστε για ν'αγαπάμε.
Πληγωνόμαστε απο απατηλά συναισθήματα και τρομάζουμε.
Χανόμαστε μες στον εαυτό μας κι αφουγκραζόμαστε
τα καρδιοχτύπια μας,προφυλαγμένοι απο
το καβούκι της επιφύλαξης.
Και απο εκείνη τη στιγμή παύουμε να γευόμαστε
τους αληθινούς χυμούς του έρωτα,
τους αληθινούς χυμους της ζωης.
Συγκλονιζόμαστε απο το φόβο της απόρριψης,
αντι να προσκυνάμε το μεγαλείο της αγάπης.
Ειναι τραγικό στα όνειρα μας να ευχόμαστε
να βρούμε την αληθινή αγάπη,
κι όταν αυτό συμβεί,
να ευχόμαστε να βγούμε αλώβητοι απο τη φωτιά της.
Οι μάρτυρες του έρωτα γεύονται μόνο την αλήθεια του.
Αλλα είμαστε ανόητοι θνητοί και χάνουμε την ουσία
αποζητώντας στεγανά ακόμα και στον έρωτα.
Ομως η αγάπη είναι άνεμος, στοιχείο που κυριεύει
ψυχές και σώματα, χωρίς όρια.
Τον έρωτα δεν τον γνωρίζεις αν δεν συντρίβεις
στις συμπληγάδες του.
Η αγάπη είναι πόλεμος και γιορτή και ερχόμαστε
  στον κόσμο για να τα ζήσουμε όλα!!!

 






"Ηθέλα μόνο ένα αντίο"
Πασχαλia Τραυλου!













Καλωσορίζω τον Οκτώμβρη....

και ονειρευομαι...

Να' μαστε λεει μαζί.........
Να'μαστε σε μια βάρκα και ν' αρμενίζαμε.
Να' ταν η θάλασσα γυαλί.Να' χε και φεγγαράδα
Κι εμεις να λέμε αστεία και να γελάμε.
Ν' αγκαλιαζόμαστε και να τραγουδάμε.
Να μην είχαμε βάσανα και μαύρες σκέψεις.
Τίποτα να μην είχαμε.
Να' μαστε ελεύθεροι σαν τα παιδιά.Και ν'αρμενίζαμε......
Και να' ταν απο πάνω μας ένας Θεός, γλυκός σαν μέλι,
να
μας καμάρωνε.
Να' μαστε λεει!........
Photobucket
Αλκυόνη Παπαδάκη!

ψίθυροι.....

"Είναι αδύνατο", είπε η περηφάνια

"Είναι ριψοκίνδυνο", είπε η εμπειρία

"Είναι ανούσιο", είπε η λογική

"Κάνε μια προσπάθεια", ψιθύρισε η ΚΑΡΔΙΑ...   







Ο άνεμος θα καίει στη γή του Νείλου μια αρχαία μυρωδιά θα μας μεθά
Στον τροπικό όπως θα 'σαι του Καρκίνου μέσα σου θα γεννιέται μια θεά.
Μ' άγιο καπνό θα υφάνεις το χρησμό σου για να μου δώσεις όταν θα ζητώ.
Να μπώ ιεροφάντης στον ναό σου να σ' ερμηνεύσω και να ερμηνευτώ.
Στην αγορά του Αλ Χαλίλι θα πουλάν τα δυο σου χείλη δυο περιουσίες και άλλη μια
Τέσσερις εγώ θα δώσω θα πληρώσω όσο-όσο να μου κάνουν μια μελανιά.
Nα μου κάνουν μια μελανιά.
Θα σου αγοράσω στο Καρνάκ μπακίρια με καλλιτέχνες θα τα πιούμε ιθαγενείς.
Τις νύχτες θα σου κάνω τα χατίρια όσα ποτέ σου δε σου έκανε κανείς.
Θα 'μαι η πηγή στην όαση της Σίβας θα είσαι ο διαμαντένιος ουρανός.
Θα γίνεις η βασίλισσα της Θήβας κι εγώ ένας μαγεμένος Φαραώ.
Στην αγορά του Αλ Χαλίλι...

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

.....σκέψεις......

Ο δρόμος προς την ευτυχία δεν είναι ευθύς. Υπάρχουν καμπύλες που ονομάζονται Λάθη, φανάρια που λέγονται Φίλοι, φώτα που ονομάζονται Οικογένεια, και όλα γίνονται, αν έχεις: ένα ανταλλακτικό που ονομάζεται Απόφαση, ...μια ισχυρή μηχανή που ονομάζεται Αγάπη, μια καλή ασφάλιση που ονομάζεται Πίστη, άφθονο καύσιμο που ονομάζεται Υπομονή, αλλά πάνω απ 'όλα έναν έμπειρο οδηγό που ονομάζεται Θεός!!! Καληνύχτα Και Όνειρα Γλυκά !!!!!!!!

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Οι παλιές αγάπες πάνε στο παράδεισο......


- Τελικά φεύγεις αύριο;
- Ναι, αλλά έχουμε ένα ολόκληρο βράδυ να περάσουμε μαζί!

Η βαριά πόρτα του αεροπλάνου έκλεισε με θόρυβο και για μια στιγμή τον επανέφερε στη πραγματικότητα από τη βουτιά που είχε κάνει στις προ εικοσιπενταετίας αναμνήσεις του. Για μια στιγμή.
Ανατρίχιασε και χωρίς να το καταλάβει έσφιξε το χέρι της που κρατούσε εδώ και ώρα στο δικό του. Δεν ήξερε αν αυτό έγινε εξ αιτίας της δροσερού αέρα που ήρθε αναπάντεχα από τη μεριά της θάλασσας ή γιατί συνειδητοποίησε τη μοναδικότητα της στιγμής, μιας στιγμής συναισθηματικά φορτισμένης σε τέτοιο βαθμό, που του έφερνε δάκρυα στα μάτια. Συγκρατήθηκε. Καθισμένοι πάνω στο πέτρινο πεζούλι που είχε κτιστεί κατά μήκος της ακτογραμμής, έβλεπαν το ηλιοβασίλεμα της Πέτρας. Ο ήλιος βυθιζόταν στη θάλασσα και μια πολύχρωμη γραμμή, στην οποία κυριαρχούσε ένα βαθύ πορτοκαλί, ξεκινούσε από το σημείο της ένωσης, περνούσε ανάμεσα από τις δυο βραχονησίδες και έφτανε μέχρι τα πόδια τους. «Άραγε είναι τόσος όμορφος ο κόσμος ή μου έχει φορέσει παραμορφωτικούς φακούς η αγάπη;» Μέσα σε τούτη τη πανδαισία χρωμάτων και συναισθημάτων βρήκε το χρόνο (και την όρεξη) να φιλοσοφήσει.«Αδιόρθωτος! Πάντα έτσι ήμουν ο μαλάκας» μονολόγησε και ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. Έριξε μια γρήγορη ματιά στο εσωτερικό του αεροπλάνου. Οι ίδιες γνωστές και μονότονες σκηνές. Στο βάθος η αεροσυνοδός ετοιμαζόταν για την καθιερωμένη επίδειξη. Έβαλε τα ακουστικά στα αυτιά του και η μουσική γέμισε τον κόσμο του. Έκανε ακόμα πιο όμορφο το σκηνικό των αναμνήσεων.
Περπάτησαν αγκαλιασμένοι κατά μήκος της παραλίας. Από τη μια ο ήχος από το αναιμικό κύμα που ερωτοτροπούσε με τα χαλίκια και κρυφά φλέρταρε και με πόδια τους. Από την άλλη η απαλή μουσική των Πυξ Λαξ. Η φωνή του Φίλλιπου ιδιαίτερα ευαίσθητη σε τούτο το τραγούδι: 
 divider
Αγάπης φως της γης ταξίδια
μαύρα παράξενα παιχνίδια
στο φως του ήλιου θ' ακουμπήσω
το καλοκαίρι να μυρίσω.

Μ' άσπρο πανί θα ταξιδέψω
μικρό κορίτσι θα σε κλέψω
όσο αγαπάω μένω πίσω
κι όλο μ' αφήνεις να σ' αφήσω 


 divider
 

«Πλήρωμα σκάφους σε θέση απογείωσης». Η φωνή του πιλότου τρύπωσε ανάμεσα στο κενό που έχουν μεταξύ τους τα τραγούδια. Έσφιξε με δύναμη το μπράτσο του καθίσματος. Πάντα αυτή η στιγμή, παρ’ όλα τα ταξίδια του, ήταν δύσκολη. Ένοιωσε τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια του και το κενό στη βουβωνική χώρα. Το σκάφος οριζοντιώθηκε και ο Στέφανος ξεφύσησε με ανακούφιση. Άνοιξε για λίγο τα μάτια.
Πετούσαν στα σύννεφα. Πήγαιναν για το ξενοδοχείο και για μια στιγμή συλλογίστηκε ότι δεν περπατάνε απλώς. «Μα πως μπορεί να συμβαίνει αυτό;» αναρωτήθηκε. «Αύριο φεύγω όχι μόνο από το νησί αλλά και από τη χώρα. Το πιθανότερο είναι να μην ξαναϊδωθούμε ποτέ και ούτε γκρίνιες, ούτε παράπονα, ούτε μιζέρια. Μόνο χαρά και προσμονή για τούτη τη τελευταία νύχτα μας. Εντάξει, είναι το σεξ που ακολουθεί, αλλά μπορεί αυτό όσο καλό και να είναι (και παραείναι καλό) να καλύψει τη πραγματικότητα; Και η απώλεια; Το γεγονός ότι δεν θα ξαναζήσουμε αυτές τις υπέροχες στιγμές δεν θα έπρεπε να μας γεμίζει απελπισία; Είναι η αγάπη τόσο δυνατή που τα σκεπάζει όλα και μας επιβάλει να ζήσουμε τη στιγμή χωρίς σκιές, χωρίς δεύτερες σκέψεις;»
«Θα πάρετε κάτι;» Η αεροσυνοδός με ένα αστραφτερό χαμόγελο περίμενε την απάντησή του. «Καφέ» είπε και τόνισε την λέξη. Είχε πιεί ένα νες στο σπίτι με το που σηκώθηκε από το κρεβάτι και ένα καπουτσίνο στο αεροδρόμιο. Ο γαλλικός ήταν ότι πρέπει τώρα, άλλωστε μια ποικιλία του χρειαζόταν για να μπορέσει να πιει και τους είκοσι καφέδες, που ειδικά για τούτη τη μέρα είχε προγραμματίσει.
Άνοιξαν το μίνι μπαρ και πήραν από μια παγωμένη Bud. Βγήκαν για λίγο στο μπαλκόνι. Η νύχτα φουριόζα είχε εισβάλει από παντού και στο διάβα της είχε μαζέψει την αύρα από τη θάλασσα και μ’ αυτή παρηγορούσε τη πυρωμένη γη. Αγκαλιάστηκαν. Ασυναίσθητα έψαξαν για το φεγγάρι, μόνο αστέρια και αυτά ντροπαλά. Η φωνή του Μητροπάνου του ράγισε τη καρδιά. 





  



Τ' αυγουστιάτικο φεγγάρι δεν το βρήκαμε
πιο νωρίς ήρθ' ο Σεπτέμβρης και χαθήκαμε
πώς χωρίσαμε με τόση ευκολία…
«Το ποτήρι σας παρακαλώ». Η αεροσυνοδός είχε ξεχάσει το χαμόγελό της στο σερβίρισμα. Από τα μεγάφωνα ακούστηκε η φωνή του πιλότου. «Κυρίες και κύριοι πετάμε στα τριάντα χιλιάδες πόδια και υπολογίζουμε άφιξη στη Μυτιλήνη σε είκοσι λεπτά. Ο καιρός στο έδαφος βροχερός». Το προετοίμαζε καιρό τούτο το ταξίδι. Εδώ και πέντε μήνες που ανέλαβε διευθυντής δικτύου νήσων Αιγαίου, στο τμήμα πωλήσεων της πολυεθνικής, ήξερε ότι κάποια στιγμή θα πήγαινε και στη Λέσβο. Ήταν όμως τόσο πολλές οι υποχρεώσεις και τα τρεξίματα που απέρρεαν από τα νέα του καθήκοντα που σχεδόν το είχε ξεχάσει. Ακόμα και τα βράδια, όταν μετά από δεκαπέντε ώρες εξαντλητικής εργασίας έκλεινε τα μάτια, δεν προλάβαινε να οργανώσει τις συνηθισμένες αποδράσεις του μυαλού του. Στοιχεία πωλήσεων, αριθμοί και ποσοστά τον πλάκωναν μέχρι να τον πάρει ο ύπνος. Ένας ύπνος βαθύς και χωρίς όνειρα.
Την ήθελε την προαγωγή στη δουλειά του, την επιζητούσε. Εκτός από ηθική ανταμοιβή, μια αναγνώριση για τη μέχρι τώρα προσφορά του, ήταν και τα λεφτά παραπάνω. Πόσο μάλλον σε μια τέτοια εποχή με την οικονομική κρίση και τα επακόλουθά της. Τον εξιτάριζε όμως και η εξουσία που απέκτησε ξαφνικά. Για πρώτη φορά βρέθηκε σε δικό του γραφείο, είχε εταιρικό αμάξι πολυτελείας, τη δική του αποκλειστική γραμματέα και ένα τμήμα από δέκα πωλητές, όλοι υπό την προσταγή του.
«Στις προσταγές σου κυρία μου!» Η Ζωή τον τράβηξε από το χέρι, σχεδόν τον έσυρε μέσα στο δωμάτιο. Έπεσαν με τα ρούχα στο κρεβάτι. Το φιλί που ακολούθησε, περίεργα πως, δεν ήταν αγχωμένο. Ήταν τρυφερό, σε τέτοιο σημείο, που μια γλυκιά ζάλη άρχισε να τον περιβάλει. Ξάπλωσε ανάσκελα, έκλεισε τα μάτια και άφησε τη Ζωή να κάνει παιχνίδι. Χαλαρός, όσο ποτέ άλλοτε, απολάμβανε τα φιλιά και τα χάδια μέχρι που το μέλι κάλυψε όλο του το σώμα. Τα πάντα είχαν κολλήσει. Προσπάθησε να ανοίξει τα μάτια του, μάταια. Ο Μορφέας φάνηκε στο δωμάτιο με απειλητικές διαθέσεις. Δεν επιχείρησε να αντισταθεί, σαν έτοιμος από καιρό, παραδόθηκε στην αγκαλιά του. Ξύπνησε περασμένες δέκα και το μόνο που αντίκρισε ήταν ένα σημείωμα σε ένα χαρτί πάνω στο μαξιλάρι της και ένα λευκό γαρύφαλλο, από τη γλάστρα της βεράντας, δίπλα του. Άρχισε να διαβάζει την ίδια στιγμή που ένας κόμπος στο λαιμό του έκοβε την ανάσα.
Στέφανε,
Μη λυπάσαι. Όλο μου το είναι γνωρίζει ότι ειδικά σήμερα ήθελες να με ευχαριστήσεις. Να ξέρεις ότι το έκανες με τον καλύτερο τρόπο. Όλη τη νύχτα σε παρακολουθούσα να κοιμάσαι. Σου χάιδευα τα μαλλιά και σου τραγουδούσα. Ήθελα να σου μεταφέρω λίγο από τη ψυχή μου, να σε συνοδεύει σε τούτο το μακρινό σου ταξίδι. Ήσουν τόσο ήρεμος, τόσο όμορφος! Ζήλεψα για λίγο που δεν θα σε έχω δίπλα μου τα δύσκολα βράδια του χειμώνα, αλλά μέχρι εκεί. Θα είμαι ευτυχισμένη, όταν θα ξέρω ότι είσαι καλά. Σε αγάπησα χωρίς ανταποδοτικά τέλη. Μακάρι να σε ξαναδώ.
Ζωή.
«Πλήρωμα σκάφους σε θέση προσγείωσης». Άνοιξε τα μάτια και έριξε μια ματιά από το παράθυρο. Δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει τίποτα. Η ομίχλη είχε σκεπάζει τα βουνά και η ορατότητα ήταν χαμηλή. Ένοιωσε τις ρόδες να ακουμπάνε στο έδαφος και το αεροπλάνο να φρενάρει και να τρίζει ολόκληρο. «Επιτέλους!» Στην αίθουσα αναμονής δεν τον περίμενε κανείς. Ποτέ δεν ειδοποιούσε για την πρώτη του επίσκεψη. Ήθελε να αποκτήσει δική του άποψη για τη δουλειά και τις δυνατότητές της, πριν τον παραμυθιάσουν οι τοπικοί αντιπρόσωποι. Θα έκανε μια γρήγορη έρευνα αγοράς στη πόλη και νωρίς το απόγευμα θα περνούσε και από τον αντιπρόσωπο. Το βραδάκι θα συναντούσε τη Ζωή. Ήταν πολύ εύκολο να τη βρει κι ας είχαν περάσει τα χρόνια. Ένοιωσε το τρέμουλο της φωνής της στο τηλεφώνημα. Ένα ρίγος διαπέρασε όλο του το κορμί. «Είναι δυνατόν; Μετά από τόσα χρόνια και να κάνω σαν σχολιαρόπαιδο;» αναρωτήθηκε και απάντηση δεν πήρε. ΄
«Θα πάμε για φαγητό; τον ρώτησε ή Ζωή.
«Ένα εσπρεσάκι πρώτα, στη καφετέρια, να τα πούμε με την ησυχία μας και μετά» της απάντησε.
Στο μπαρ του αεροδρομίου ήπιε έναν ελληνικό στα όρθια και πήρε ταξί για τη πόλη. Στο ράδιο του ταξιτζή, ο Λαυρέντης με τον Νιόνιο τραγουδάνε και το διασκεδάζουν:

Και τι ζητάω, τι ζητάω
Μια ευκαιρία στον παράδεισο να πάω… 






Άρχισε να σκέφτεται εντατικά:
«Εδώ που τα λέμε δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα αυτή η συνάντηση. Η Μάρω Βαμβουνάκη περιγράφει στο ομώνυμο βιβλίο της μια τέτοια συνάντηση με μελανά χρώματα. Η ηρωίδα της επιστέφει στο γενέθλιο τόπο με μια τεράστια λαχτάρα να δει την πρώτη της αγάπη. Μιαν αγάπη, που το πέρασμα του χρόνου την εξιδανίκευσε και την τοποθέτησε πάνω απ’ όλα. Όμως η συνάντηση υπήρξε καταστροφική. Ο ήρωας σε μαύρο χάλι, παχύς και με αραιωμένα μαλλιά, με ψόφια μάτια και άδειο βλέμμα. Χαρακτηρίζει μέσα της τη συνάντηση μνημόσυνο της παλιάς αγάπης και φεύγει βιαστικά προσπαθώντας να κρατήσει ανέπαφη την ανάμνησή της. Φευ! Διαπιστώνει τελικά ότι έχει πεθάνει και σαν τέτοια πήγε στο παράδεισο, καθαγιασμένη και εξωραϊσμένη, με τη νοσταλγία να τη μνημονεύει και να τη δοξάζει. Τελικά δεν αποκλείεται να πάθω τα ίδια ή ακόμα χειρότερα να τα πάθει η Ζωή».
Ένοιωσε τον ιδρώτα να τον περιλούζει. Ξέσφιξε λίγο τη γραβάτα του.
«Φτάσαμε κύριος».
Κατέβηκε από το ταξί και μπήκε στο ξενοδοχείο. Πήγε κατευθείαν για μπάνιο, το είχε μεγάλη ανάγκη αυτή τη στιγμή. Παράγγειλε ένα φρέντο και τον απόλαυσε στο μπαλκόνι του δωματίου. Λίγα μέτρα πιο πέρα η θάλασσα λυσσομανούσε. Τα κύματα, στοιχισμένα και με απόλυτη ακρίβεια, έπεφταν στη στεριά και πέθαιναν νικημένα αλλά περήφανα που εκτέλεσαν την αποστολή τους.
«Εγώ θα το κάνω και ας είναι καταστροφή, το χρωστάω στον εαυτό μου!» είπε με πείσμα και τράβηξε μια γερή τζούρα καπνού που τον ζάλισε.
«Δηλαδή τι μπορεί να έχει πάθει η Ζωή; Στην ομορφιά των νιάτων της θα έχει προστεθεί η γνώση και η σοφία μιας γυναίκας που πολέμησε με πείσμα και αξιοπρέπεια για τη ζωή της. Κι αν τα χαρακτηριστικά της έχουν αμβλυνθεί από το χρόνο, η ηρεμία και η σύνεση θα τα έχουν κάνει ακόμα πιο αξιαγάπητα. Για να μη πούμε για την εμπειρία μιας σαρανταπεντάρας. Ουάου!»
Η τελευταία σκέψη τον γέμισε κέφι και αισιοδοξία. Ντύθηκε και ξεκίνησε γεμάτος αυτοπεποίθηση για τη δουλειά. Η μέρα κύλισε με εξαιρετικούς ρυθμούς. Ο Στέφανος είναι στο ξενοδοχείο και ετοιμάζεται για την βραδινή συνάντηση. Μόλις έχει τελειώσει το ξύρισμα και κοιτάζεται στο καθρέφτη. Του αρέσει αυτό που βλέπει, του χαμογελάει και του κλείνει το μάτι. Ντύνεται και φεύγει με βήμα αποφασιστικό και σίγουρο. Φτάνει στη καφετέρια και ρίχνει μια ματιά στο εσωτερικό της. Ήταν εκεί και ήταν η Ζωή! Τον είδε και του χαμογέλασε. Το βλέμμα της του έκοψε τα πόδια, για λίγο. Είδε τα μάτια της, έχασε τον κόσμο και ένα πράγμα μόνο μπόρεσε να σκεφτεί:
«Λυπάμαι Μάρω, αλλά οι παλιές αγάπες δεν πάνε στο παράδεισο. Είναι ο Παράδεισος!» 





Σύμπτωση.....

Θα πεις, πουλί ήθελες να ΄σαι; περιστέρι;
Υποθέτω αν διάλεγα θα ήθελα κάτι πιο εντυπωσιακό, γεράκι ή αϊτός, ας πούμε. 


 


Αλλά και περιστέρι, πλάκα θα είχε.
Και η πτήση και η πτώση.
Έτσι κι αλλιώς, αν δεν συνηθίσεις να πέφτεις δεν θα μάθεις ποτέ να πετάς!!!

1046504

Σε κάθε τόπο βρέχει διαφορετικά.

-Σε κάθε τόπο βρέχει διαφορετικά.
-Ναι, αλλά για τον ίδιο σκοπό.

-Η βροχή δεν είναι για όλους. Είναι για κείνους που κρύβονται στον ήχο της. Της εμπιστευόμαστε μυστικά, νομίζοντας πως ο κόσμος δεν ακούει παρά το δικό της τραγούδι κάθε φορά.
-Μέσα της βρέχει ποτέ, όπως σ' εμάς; Ή το ξέσπασμα που της ζητάμε την αναλώνει σε μια εξωστρέφεια που δεν τη θέλει;
-Αυθύπαρκτη η βροχή, έρχεται απρόβλεπτα να σε κρατήσει στη γη με το βάρος της.
-Κι αν κάνεις να πιαστείς απ' το σώμα της και ν' ανέβεις;
-Θα γίνεις ένα και θα' ρχεσαι μαζί της, καταδικασμένη να μου χτυπάς το τζάμι, γλυκά κι επίμονα, πετραδάκι και χάδι.
-Κι εσύ θα γράφεις με τα χνώτα σου πάνω μου, να μου υπενθυμίζεις να "έρχομαι ξυπόλητη";
-"Κι όλο πίσω από τζάμια..."
-Δεν υπάρχει σώμα πιιο γυμνό απ' τη βροχή... 



 

"Έρχεται η βροχή ξυπόλητη κι όλο πίσω από τζάμια."
Μ. Γκανάς

Συνολικές προβολές σελίδας

Ο Καιρός.

....για να δούμε τι θα δούμε στην Τ.V.......

me