Ένα φθινοπωρινό βράδυ, καθώς η μοναξιά σαν υγρασία διαπερνά το κορμί, ο νους νωχελικά αφήνεται στο παιχνίδι ενός τρελού. Η φλόγα του κεριού πάνω στο τραπέζι, χορεύει στο ρυθμό της βροχής, φτιάχνοντας αέρινες σκιές στο τοίχο, που μοιάζουν με φιγούρες του χτες. Οι ψίθυροι από ένα παλιό δίσκο φτιάχνουν τους υπότιτλους, μαζί με τη μελωδία της βροχής, στήνουν την ατμόσφαιρα που ντύνει τους σκιερούς ηθοποιούς στο απρόσμενο θεατράκι του τοίχου. Το βλέμμα προχωρά απ’ άκρη σ’ άκρη στο δωμάτιο, σκοντάφτει πάνω στο γραφείο, ένα λευκό χαρτί και λέξεις, σαν πιόνια από σκάκι, έτοιμες να επιτεθούν, πιστοί μου ιπποκόμοι, μοιάζουν να έχουν κάνει κι αυτές την ανταρσία τους, απειθούν, δεν φτιάχνουν πια το ανάπτυγμα της σκέψης μου, ένας μικρός στρατός που αποστάτησε και στράφηκε εντός μου. Κομμάτια λευκών χαρτιών η ζωή μου και τα όνειρα...τα μαύρα στίγματα απ’ το μελάνι, σαν μικρά κάρβουνα που έσβησε η φωτιά τους κι απέμεινε το χρώμα να θυμίζει, πως κάποτε τα πύρωνε η φλόγα μιας φωτιάς...
Μια ξαφνική ριπή του ουρανού μου αποσπά το βλέμμα, πάντα μου άρεσαν οι κεραυνοί, αυτό το αστραφτερό ξέσπασμα της βροχής στον οργασμό της καταιγίδας, της χαρίζει δευτερόλεπτα μιας άλλης ζωής που σπάει το μονότονο χορό της. Η σκέψη μου λυγίζει και τα μάτια μου...το αποψινό χώμα της γης έξω απ’ το παράθυρο με θέα το χθες και κάγκελα το σήμερα...παράξενο βασάνισμα του νου, σαν να ξαναζούν οι στιγμές...σαν το γέννημα του πόθου, όπως ακριβώς οι ψιχάλες της βροχής, γεννιούνται στα σύννεφα και σαν όνειρα, σαν αερικά πεθαίνουν στη γη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου