Κατά κοινή ομολογία οι δημοσκοπήσεις μεταφέρουν μόνο βαθμιαία ένα συγκυριακό στιγμιότυπο των πολιτικών προτιμήσεων στα πλαίσια συγκεκριμένων και περιορισμένων εναλλακτικών λύσεων. Στην πραγματικότητα ωστόσο οι μετρήσεις κοινής γνώμης δεν συλλαμβάνουν; άρα δεν εκφράζουν ούτε κατά διάνοια την πραγματική οργή που κουβαλάει μαζί του ο κόσμος, ούτε την σωρευμένη διάθεση να τιμωρήσει. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η διαμαρτυρία στην χώρα μας ενάντια στα σκληρά μέτρα εκφράστηκε μέχρι σήμερα βουβά.
Τι θα συμβεί στην συνέχεια κανείς δεν μπορεί να προβλέψει από την στιγμή που το θυμικό είναι καθοριστικός παράγοντας.
Πόσο ζοφερή είναι η κατάσταση στο ελληνικό εκλογικό σώμα φαίνεται ακόμα και από τις δηλώσεις του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών Σόιμπλε ο οποίος εξέφρασε απερίφραστα την πεποίθηση του ότι δεν θα ήθελε ποτέ να εφαρμόσει τα σκληρά μέτρα που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα στην χώρα του διότι οι κοινωνικές τους επιπτώσεις είναι τεράστιες.
Οι "Έλληνες μεταρρυθμιστές" τουναντίον θεωρούν ότι αλλάζουν την χώρα. Καιρός είναι για μια "ρεαλιστική στροφή" των κυβερνόντων. Διότι υπάρχουν δύο ρεαλισμοί . Ο ένας είναι ο ρεαλισμός των κρατούντων και ο άλλος ο ρεαλισμός του λαού.
Εάν επιθυμεί το κυβερνητικό μπλοκ να ανακόψει τις εκλογικές διαρροές προς τον ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αναλάβει το ΠΑΣΟΚ τον ρόλο ενός "χρυσού κλουβιού", που θα συγκρατήσει τις δυνάμεις του κοινωνικού μεσαίου χώρου και του πολιτικού κέντρου. Αυτό σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ Θα έπρεπε λογικά να επανεμφανιστεί αφενός με γοητευτικό προφίλ και ανανεωμένο πολιτικό προσωπικό και αφετέρου να παρουσιάσει μια μεταρρυθμιστική ατζέντα που θα υπερβαίνει την δεξιά και το μνημόνιο και θα ζορίζει με συγκροτημένα και προοδευτικά πολιτικά επιχειρήματα τον ΣΥΡΙΖΑ.
Τίποτα από όλα αυτά δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Το ΠΑΣΟΚ δεν ανασταίνεται ούτε με συμβατικούς επικοινωνιακούς όρους. Χάνεται επομένως μια ασφαλιστική δικλίδα του συστήματος διακυβέρνησης στην Ελλάδα χωρίς να έχουν εμφανιστεί εναλλακτικά εργαλεία εξομάλυνσης των πολιτικών κραδασμών.
Η απάθεια μπροστά σε αυτό το δεδομένο, αυτή η απεριόριστη πολιτική υπνοβασία βλάπτει κατά μια έννοια την χώρα συνολικά.
Η συνοπτική φαινομενολογία της κρίσης
Σε κάθε περίπτωση η φαινομενολογία που εκτυλίσσεται στην χώρα μας θυμίζει ένα πρόσφατο σχόλιο του Economist για την Αργεντινή στο οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ αναφέρεται ότι " δεν είναι δύσκολο να εισέλθει μια χώρα σε σταθερή τροχιά παρακμής. Δεν χρειάζεται κάτι το ακραίο, οι αδύναμοι θεσμοί, οι επαρχιώτες πολιτικοί, η οκνηρή εξάρτηση από μερικές πλουτοπαραγωγικές πηγές και η συστηματική άρνηση της πραγματικότητας αρκούν".
Με την συστηματική άρνηση της πραγματικότητας αγνοήθηκαν ορισμένες επάλληλες αλήθειες που ανέδειξε οι οποίες κρυβόταν στο υπογάστριο του κρατούντος πολιτικού και κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Οι αλήθειες αυτές εξωτερικεύτηκαν από την στιγμή που κατέστη πρόδηλο ότι τα μεταπολιτευτικά θεμέλια πάνω στα οποία συγκροτήθηκε η ελληνική κοινωνία είναι αδύναμα και δεν επαρκούν για να σηκώσουν την πορεία της χώρας προς ένα σύγχρονο μέλλον. Η πρώτη αλήθεια που είναι πλέον ολοφάνερη και όμως δεν αφομοιώνεται από το υπάρχον πολιτικό σύστημα είναι ότι μια οικονομία με αδύναμη παραγωγική βάση και ως εκ τούτου με ελλειμματικό εξωτερικό εμπόριο παράγει συνεχή δημοσιονομικά προβλήματα αντί να παράγει επαρκής θέσεις εργασίας .
Η δεύτερη μεγάλη αλήθεια που επίσης έγινε αντιληπτή προκαλώντας πολύ πόνο είναι ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα αναπαράγεται για τον εαυτό του και όχι συντεταγμένα με την κοινωνία πολιτών. Αποτελεί επομένως ένα σύστημα αυτοαναφοράς με ενσωματωμένους μηχανισμούς εντροπίας, δηλαδή αυτοκαταστροφής. Όταν λοιπόν εμφανίζονται στην χώρα μας νέα πολιτικά σχήματα συνήθως εξυπηρετούν το προαναφερθέν σύστημα αυτοαναφοράς.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι όλα τα πολιτικά κόμματα που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια με το «ποτάμι» και την «ελιά» ως πιο πρόσφατα.
Συνήθως οι προοδευτικοί άνθρωποι υποδέχονται το «νέο» που έρχεται με ανοικτά μυαλά και με κάποιον ενθουσιασμό. Εντούτοις αυτό συνέβη μόνο εν μέρει με το «Ποτάμι» και ακόμα λιγότερο με την «Ελιά» που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν το νέο. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι τελικά αυτά τα σχήματα έρχονται από το παρελθόν και δεν εκπροσωπούν κάτι πραγματικά «νέο» . Μια άλλη εξήγηση είναι ότι οι αληθινά προοδευτικοί άνθρωποι στην χώρα μας δεν συνιστούν δυναμικό ρεύμα πλειοψηφίας.
Μια άλλη πάλι ερμηνεία προς την οποία τείνω περισσότερο είναι ότι το υπάρχον καθεστώς εξουσίας στην χώρα μας δεν παρουσιάζει πλέον αρκετή εφευρετικότητα στην ανεύρεση πολιτικών εφεδρειών που θα του εξασφαλίσουν την μακροημέρευση. Ως εκ τούτου τα νέα εγχειρήματα μετά από ένα διάστημα εντυπωσιασμού, ακολουθούν τα ειωθότα. Οι πιο ευφυής ομάδες συμφερόντων του κρατούντος μπλοκ οικονομικής και κοινωνικής εξουσίας, που διακατέχονται και από τις πιο ζωτικές ανασφάλειες, έχουν αντιληφτεί την ανεπάρκεια και προσωρινότητα των προτεινόμενων εναλλακτικών και ετοιμάζουν ήδη την επόμενη εναλλακτική .
Η τρίτη μεγάλη αλήθεια που πόνεσε πάνω από όλες είναι ότι το κράτος δεν μπορεί να αποτελεί βασικό εργοδότη στα πλαίσια μιας καπιταλιστικής οικονομίας πόσο μάλλον αν δεν τροφοδοτείται με τους απαιτούμενους όρους απόδοσης και με τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ισοπολιτείας και ισονομίας.
Σίγουρα μια ανάπτυξη στηριγμένη στα δανεικά είναι αντιπαραγωγική και οδηγεί σε σημαντικά αδιέξοδα. Εξίσου αδιέξοδη είναι όμως και η προωθούμενη από την Γερμανία αντιπληθωριστική λογική της ύφεσης η οποία βολεύει αποκλειστικά τους Γερμανούς που κομίζουν τεράστια κέρδη από αυτή. Με την λογική της ύφεσης σίγουρα δεν αποδομείται το δημόσιο χρέος αλλά ακριβώς το αντίθετο.
Η σκληρή φορολογία πνίγει τις επενδύεις , η πτώση της αγοραστικής δύναμης την εσωτερική ζήτηση. Σε τελική ανάλυση μειώνονται τα έσοδα του κράτους το οποίο επαναπαύεται στην απλή μείωση των δαπανών.
Η μείωση του δημόσιου χρέους γίνεται μόνο μέσα από ρυθμούς ανάπτυξης που αναζωπυρώνονται μόνον όταν υπάρχουν επενδύσεις .
Οι επενδύσεις όμως έρχονται όταν υπάρχει ζωντανή και υγιής εσωτερική ζήτηση , καινοτομία, χαμηλή φορολογία, κοινωνική ειρήνη και πολιτική ομαλότητα
Φυσικά απαιτείται ένα εύρυθμο, αντιγραφειοκρατικό και σύγχρονο κράτος και η χρηστή χρήση των πόρων. Αλλά η λογική της ολικής κοινωνικής αποσύνθεσης που εφαρμόζεται σήμερα έχε τα αντίθετα αποτελέσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πιο εύρυθμες οικονομίες όπως οι σκανδιναβικές διαθέτουν έναν μεγάλο βαθμό κοινωνικής συνοχής, καινοτομίας και πολιτικής σταθερότητας.
Το πραγματικό δίλημμα σήμερα
Πάνω σε αυτές τις συντεταγμένες θα πρέπει να κινηθεί η αναζήτηση για λύσεις και δεν επαρκεί ούτε η ακατάσχετη έπαρση όσων στηρίζουν το “success story” , ούτε όμως και οι βαρύγδουπες κουβέντες κάποιων περί ακύρωσης του μνημονίου μόλις αναλάβουν την κυβέρνηση, αφού ως γνωστό αυτό λήγει τον Μαϊο.
Όμως υπάρχει το ενδεχόμενο η χώρα να οδηγηθεί σε τρίτο μνημόνιο εφόσον κριθεί απαραίτητη μια περαιτέρω χρηματοδότηση της χώρας.
Αυτό σημαίνει ότι η χώρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με νέα μέτρα.
Το ερώτημα είναι ποιος θα τα διαπραγματευτεί ή ποιος θα τα απορρίψει.
Ποιος θα διαπραγματευτεί ή ποιος θα απορρίψει ένα νέο μνημόνιο και με ποιες συνέπειες ; Διαθέτει η χώρα μας τις απαραίτητες δυνατότητες και τους απαιτούμενους πολιτικούς συσχετισμούς με το μέρος της για ασκήσει τον ρόλο ενός παίκτη αρνησικυρίας (Veto Player);
Με δεδομένο άλλωστε ότι η επιλογή του δρόμου που θα ακολουθήσει ο σύγχρονος ευρωπαϊκός καπιταλισμός έχει ήδη γίνει από το 2008, η ελληνική κοινωνία και το αντίστοιχο πολιτικό σύστημα δεν έχουν ακόμα αφομοιώσει τις απαιτούμενες συνολικές αναπροσαρμογές που πιέζονται συνολικά να κάνουν όλα τα κράτη. Οι κατευθύνσεις της αναπροσαρμογής αυτής είναι μια σκληρή αναδιανομή προς τα πάνω στα πλαίσια ενός μοντέλου ανταγωνιστικότητας που βασίζεται στην μείωση του κόστους εργασίας , στην θεσμική αποδιάρθρωση και στην υπονόμευση της Δημοκρατίας για χάρη μιας νέας κεντρικότητας που υπακούει στο όνομα της οικονομικής διακυβέρνησης. Ένα μικρό διευθυντήριο που υπακούει στην Γερμανία. Το μοντέλο αυτό αποσκοπεί στο να καταστήσει υποτίθεται ανταγωνιστική την Ευρώπη απέναντι στην Κίνα και τις αναδυόμενες οικονομίες.
Ο νέος δρόμος καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης έχει επομένως επιλεγεί και η αντίθεση που εξακολουθεί να σχηματοποιείται θεσμικά στην ΕΕ είναι αυτή μεταξύ κοινωνικής Ευρώπης και Ευρώπης των αγορών , μεταξύ Δημοκρατίας και κεντρικότητας . Το μοντέλο του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού που υιοθετούν σήμερα οι νεοφιλελεύθεροι για να ελέγξουν τα κράτη προσκρούει στην ευρύτερη δημοκρατική φιλοσοφία της αριστεράς. Αυτή είναι μια καινοτόμα διαπίστωση με την οποία θα βρεθούν αργά ή γρήγορα αντιμέτωπα όλα τα λεγόμενα κόμματα εξουσίας. Θα βρεθούν αντιμέτωπα με αυτά τα διλλήματα και δεν αξίζει τον κόπο να τα κουκουλώνουν φοβούμενα το πολιτικό κόστος.
Εκτός και εάν εννοούν πως θα διαπραγματευτούν νέα «μνημόνια» με άλλες ονομασίες. Ένας εύηχος τίτλος θα ήταν για παράδειγμα «αναπτυξιακό σύμφωνο».
Όμως και το νέο μνημόνιο να αποφύγουμε, πάλι τον δημοσιονομικό κορσέ δεν τον γλιτώνουμε γιατί υπάρχει και το δημοσιονομικό σύμφωνο που ισχύει για όλη την Ευρώπη.
Η χώρα μας σίγουρα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις. Αυτές όμως δεν μπορούν να στηρίζονται σε μια μονοδιάστατη λογιστική πτυχή η οποία θα λαμβάνει υπόψη μόνο έσοδα και έξοδα.
Αυτή η λογική είναι παροπλισμένη και παρωχημένη και δεν έχει πετύχει πουθενά.
Όλες οι σύγχρονες χώρες ακόμα και η Γερμανία προχώρησαν στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις διατηρώντας όμως πάντα ένα ορισμένο επίπεδο κοινωνικής συνοχής . Η Γερμανία δεν διέλυσε τον κοινωνικό της ιστό για να παραμείνει ανταγωνιστική. Σε πολλά πεδία μάλιστα αύξησε τις κοινωνικές δαπάνες απλά φρόντισε να κρατήσει χαμηλά τους μισθούς ώστε να αποσπάσει μέσα από την αντιπληθωριστική πολιτική συγκεκριμένα πλεονεκτήματα.
Σήμερα η Γερμανία εισάγει με πίεση των σοσιαλδημοκρατών τον ελάχιστο μισθό 8 ευρώ την ώρα , ελάχιστη σύνταξη, μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αύξηση των κοινωνικών δαπανών στην παιδεία και υγεία. Αυτά δεν είναι παρωχημένες πολιτικές αλλά αναγκαίες.
Με ύφεση σε όλη την Ευρώπη , με ανεργία που υπερβαίνει το 25 % στον Νότο , με την γαλλική οικονομία σε κατάφωρη πτώση και με κυβερνητικές κρίσεις παντού εκτός της Γερμανίας, με κατακόρυφη άνοδο του ευρωσκεπτικισμού , δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για έξοδο από την κρίση και για επαναφορά της ομαλότητας.
Ήρθε η ώρα να σταματήσουν κάποιοι στην Ευρώπη και ειδικά στην Ελλάδα να μιλάνε για εκσυγχρονισμό και μεταρρυθμίσεις και να εννοούν μια ιδεοληπτική καραμέλα που έχει ως στόχο μονόπλευρα τα κοινωνικά κεκτημένα.
Οι πολιτικές μετακινήσεις
Διαισθανόμενος τις επιδράσεις της δημοσιονομικής μονομανίας , ένα μεγάλο μέρος του κόσμου μετατοπίζεται πολιτικά όχι μόνο γιατί ζητάει αλλαγή πολιτικής αλλά διότι αισθάνεται ότι τα δύο κόμματα εξουσίας ευθύνονται σχεδόν για το σύνολο της μεταπολίτευσης. Ο κόσμος δεν αγνοεί ότι μεταπολίτευση συνδέθηκε με πάρα πολλά και αναμφισβήτητα θετικά στοιχεία όπως η καθιέρωση και σταθεροποίηση της Δημοκρατίας , η εθνική συμφιλίωση και μια σειρά κοινωνικών κατακτήσεων. Επίσης ο κόσμος δεν έχει ξεχάσει αυτούς που επένδυσαν πάνω του.
Δεν συγχωρεί ωστόσο ότι σήμερα λόγω της δημοσιονομικής κρίσης οι κοινωνικές κατακτήσεις αυτές για τις οποίες ο κόσμος εργάστηκε, αναιρούνται σχεδόν στο σύνολο τους και η θεσμική διάσταση της Δημοκρατίας έως έναν βαθμό αποσαρθρώνεται.
Μην κάνουν λοιπόν οι κρατούντες πως δεν καταλαβαίνουν.
Κατά τα άλλα βέβαια και αυτοί που πιστώνονται τα κέρδη της πολιτικής μετατόπισης, μέρος της μεταπολίτευσης αποτελούν και πολλοί από αυτούς κυβερνούσαν. Αυτό ωστόσο δεν εξωτερικεύεται πρόδηλα.
Δυστυχώς έτσι όπως συμπεριφέρονται οι πολιτικοί δρώντες στην Γηραιά Ήπειρο και στην Ελλάδα η κατάσταση θα αλλάξει μόνο τυχαία και απροσδόκητα. Σαν να πέφτει ένας άνθρωπος από μια γέφυρα και αντί να σκοτωθεί να προσγειωθεί πάνω σε έναν σωρό χρυσού. Αυτό όμως δε συνιστά παράδειγμα πολιτικής αλλά μοιρολατρίας. Αυτό που μας λείπει είναι περισσότεροι άνδρες και γυναίκες με το σθένος να λειτουργήσουν ως πολίτες με δικαιώματα και υποχρεώσεις και περισσότεροι πολιτικοί με το σθένος να υπηρετήσουν αυτούς τους πολίτες.
Διότι τελικά όχι μόνο βαρεθήκαμε αλλά πληρώσαμε και ακριβά το τίμημα της λειτουργίας των ανθρώπων μόνο ως πελάτες, μόνο ως ψηφοφόρους και μόνο ως φορολογούμενους. Το τίμημα δεν είναι μόνο τα μνημόνια αλλά η ίδια η αξιοπρέπεια μας τελικά.
Μαυροζαχαράκης Μανόλης
Κοινωνιολόγος- Πολιτικός Επιστήμονας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου