Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Οι γυναικείες ασχολίες στα παλιά χρόνια........

Μια Μηλιώτισσα θυμάται τη ζωή της
Τι θες να μάθεις για τη ζωή εκείνη την παλιά; Άλλαξαν τόσα τα τελευταία χρόνια. Ακόμη και εγώ, όταν το συλλογιέμαι καμιά φορά. όταν μιλάω με τα παιδιά και με τ’ αγγόνια μου, σαστίζω. Άμα στα πω το όσα ζήσαμε, ούτε που θα με πιστέψεις. Αφού όμως θες να μάθεις, άκουσέ με…
Από νωρίς μέχρι αργά τη νύχτα πόσες δουλειές, βαριές δουλειές, δεν κάναμε… Κι έπειτα εγώ, και σαν εμένα πόσες ζήσαμε το κάψιμο του χωριού, το ξεριζωμό. Εκεί να δεις ζωή, και ο σεισμός μετά με βρήκε με δύο μικρά στην αγκαλιά. Ζυμωθήκαμε τότε όλες μας με την απελπισία.
Θέλεις να μάθεις… Και εγώ θέλω να μάθω.

Ξέρεις τι δεν καταλαβαίνω με σας τις νέες, σήμερα; Το γιατί παραπονιέστε;
Γιατί λέτε πως κουράζεστε; Κούραση!
Υπάρχει σήμερα κούραση στα σπιτικά σας; Με τόσες ευκολίες;
Νιώθει καμιά σας, είμαι περίεργη να μάθω, εκείνη την κούραση που πλάκωνε τη μάνα μου σαν πέτρα;Τότε που καθετί περνούσε από τα δύο της χέρια; Τι να σου πρωτοθυμηθώ! Το κουβάλημα του νερού από τη βρύση, τα κλαρούδια για τα ζωντανά, τη μπουγάδα και το σίδερο με το κάρβουνο, ή τις γέννες, τη μια μετά την άλλη! Το τσούρμο τα παιδιά να πλύνεις, να ταΐσεις, να μπαλώσεις! Τους γέρους να κοιτάξεις μ’ όλες τους τις παραξενιές! Αλλά και τις ολονυχτίες στην εκκλησιά, τις προετοιμασίες για κάθε μας λύπη και χαρά. Και τη δουλειά δίπλα, στον άντρα, στις ελιές και στο αμπέλι;
Σήμερα, εσείς οι περισσότερες έχετε πια ξεφύγει από τη δίκιά μας τη ζωή. Τώρα, λοιπόν, ότι και να σου πω δεν μπορείς να το νιώσεις, γιατί άκου να δεις…

Η μάνα μου ξυπνούσε μόλις που χάραζε. Έριχνε βιαστικά λίγο νερό στο πρόσωπό της, περνούσε μια χτένα στα ολόισια μαλλιά και τα σήκωνε ψηλά με κάτι μεγάλες κοκάλινες φουρκέτες, θαρρώ πως τηνε βλέπω μπροστά μου, κι έβαζε το μπρίκι να φτιάξει καφέ για τον πατέρα. Εκείνος το ζήταγε αυτό. Δεν ήθελε να πίνει καφέ στο καφενείο παρέα με τους άλλους. Ήθελε τη συντροφιά της. Και κει, στην κουζίνα, τους έβλεπα για λίγο καθισμένους μαζί στο τραπέζι. Μιλούσαν χαμηλόφωνα να μην ξυπνήσουν τα μικρά. Είμασταν, βλέπεις πέντε. Ύστερα εκείνος έφευγε, καβάλα στο ζώο πήγαινε στα κτήματα κι έλειπε όλη μέρα.
Σαν έμενε μονάχη, η πρώτη δουλειά της μάνας ήταν ν’ αρμέξει τα πράματα, να στραγγίσει το γάλα, να κρεμάσει τις κλάρες για να τρώνε οι γίδες και να βάλει πίτουρο, τριφύλλι ή κριθάρι για τα ζωντανά. Έβγαζε τις κότες από το κατώι και τις πήγαινε στον τζάκο. Ύστερα έβραζε το γάλα, χώριζε όσο ήθελε για να φτιάξει τυρί, και πήγαινε στη βρύση για νερό. Κουβαλούσε το ντυστί και δυο κανάτια ή το γκιούμι γεμάτο, Ατέλειωτο μου φαινόταν τότε αυτό το πήγαιν’ έλα στη βρύση… Ανεβοκατέβαινε το καλντερίμι, φορώντας τα τσόκαρα τα ξύλινα ή τις παντόφλες από καουτσούκ που όλο και της έφευγαν στο δρόμο. Τι κούραση αυτή! Και στο σπίτι θέλαμε κοντά πολύ νερό, Δεν ήταν μόνο η λάτρα στην κουζίνα, ήταν το σφουγγάρισμα και το λουτρό, τα ζωντανά που θέλανε να πιουν. Ήταν και τα λουλούδια. Όλοι αυτοί οι ντενεκέδες, βαμμένοι κόκκινοι, που στόλιζαν την αυλή μας θέλανε πότισμα το καλοκαίρι κάθε μέρα. Και οι πλάκες στην αυλή, έπρεπε και αυτές ν’ αστράφτουν. Χαιρόταν όμως να τα βλέπει η μητέρα καθαρά και ολάνθιστα. Ποτέ μου δεν την άκουσα να παραπονεθεί για το κουβάλημα. Αλλά σαν μεγάλωσε ο αδελφός μου, ο πατέρας τον έστελνε μαζί της πια στη βρύση, πριν φύγει για το σχολείο. Να τηνε βοηθάει λίγο. Αργότερα πήγαινα και ’ γω από κοντά. 

 



Άλλο μεγάλο βάσανο παλιά ήτανε και οι ψύλλοι και οι κοριοί. Όσο κι αν όλα στο σπίτι άστραφταν από καθαριότητα, πάντα και κάπου θα τρύπωναν αυτοί. Δεν είχαμε τότε βλέπεις φάρμακα για να ψεκάσουμε τους στάβλους και να τα διώξουμε τα ζωύφια, κι έτσι ασβεστώναμε συχνά τους τοίχους, αλείβαμε τα σανιδένια τα πατώματα με το πετρέλαιο, ζεματίζαμε τα μιντέρια και ανοίγαμε τα μπαούλα για να τινάξουμε τα στρωσίδια και τα ρούχα μας. Ώρες δουλειά κοπιαστική. Και το στρώματα με τα καλαμποκόφυλλα θέλαν κι αυτά το χρόνο μια φορά άνοιγμα, πλύσιμο, τιναγμό και ξαναγέμισμα. Φέρναμε τότε τα φύλλα από τη Μπούφο με τα ζώα, Αλλά τι χαρά, όταν ξαπλώναμε στο φουσκωμένο στρώμα.
Όλα, κορίτσι μου, είχανε τότε κόπο, θυμάμαι την μπουγάδα που βάζαμε. Εσείς σήμερα πατάτε ένα κουμπί. Τότε η μάνα μου έπλενε στο χέρι στοίβες τα ρούχα. Αμέτρητα σεντόνια και προσόψια, μαξιλάρες, πουκάμισο και αλλαξιές. Τότε, όταν δεχόμασταν στο σπίτι, η μάνα πάντα έστρωνε ότι άμορφο είχε στην προίκα της, κι όλα ήταν πάντοτε φρεσκοπλυμένα και μοσχομυρίζανε. Σήμερα η νύφη μου βάζει τα νάυλον, κι ας της έχω φτιαγμένα τόσα. Είναι, δε λέω λέω, βολικό, αλλά χάθηκε η αρχοντιά.
“Ήθελε κόπο για να πλυθούν και να σιδερωθούν τα ρούχα, μα χαλάλι. Εμείς, μια μέρα πριν, φέρναμε το νερό από τη βρύση, για να γεμίσουν τα καζάνια και το βαρέλι για το ξέβγαλμα, κόβαμε και κλαρούδια μπόλικα για τη φωτιά, να ‘χει νερό καυτό. Συχνά οι γειτόνισσες πηγαίνανε παρέα να πλύνουν στη βρύση και περνάνε μαζί κι όλα τα πιτσιρίκια, για να μη μείνουν μοναχά και γίνουν σκανταλιές.
Φεύγαμε νωρίς, πολύ νωρίς. Οι μανάδες με τη σκάφη στον ώμο και τα ρούχα στοιβαγμένα στις καλαμένιες τις κοφίνες. Αφού άναβαν το καζάνι δίπλα στη βρύση, με μανίκια ανασκουμπωμένα, έσκυβαν πάνω από τη σκάφη κι έτριβαν τα ρούχα μέχρι να ασπρίσουν. Δεν είχε τότε απορρυπαντικά, κι έπλεναν με το δικό τους το σαπούνι, φτιαγμένο από ντόπιο λάδι ελιάς. Κοσκίνιζαν τη στάχτη από το φούρνο, κι άφηναν την μπουγάδα στο σταχτόνερο. Ώρες δουλειά, δουλειά σκληρή. Κι όμως, εγώ θυμάμαι τις γυναίκες να ψιλοκουβεντιάζουν μεταξύ τους, να γελάνε και κάπου κάπου. Κι ύστερα ήταν και η κυρά Λεμονιά, μια μεγαλοκοπέλα, λίγο γεμάτη και πάντα χαρούμενη, που όλο και έλεγε και κάποιο τραγουδάκι και σταμάταγε γιο λίγο η δουλειά. Θυμάμαι ακόμα και την κατσάδα που έφαγα από τη μάνα όταν μας έπιασε μια φορά να παίζουμε κρυφτό πίσω οπό τα ρούχα που είχαν απλώσει στα σκοινιά.
Όλα αυτά τα ρούχα έπρεπε να σιδερωθούν με κείνο το σίδερο που πύρωνε με κάρβουνο. Η μάνα στεκόταν ώρες όρθια κι αυτό την παίδευε πολύ. Δεν έλεγε όμως να καθίσει και όσο προχώραγε η ώρα σιγά σιγά, ένα ένα τα ασπροφούστανα κι οι νυχτικές οι αντρικές, και τα πουκάμισα, οι μαλλίνες οι άσπρες, τα σεντόνια και οι μαξιλάρες, τα τραπεζομάντιλα, τα στόρια, τα κουρτινάκια τα πλεκτά, όλα κολλαρισμένα έμπαιναν πάλι στο μπαούλο.
Αν η μπουγάδα γινόταν στο μήνα μια φορά, η μάνα ζύμωνε και μια και δυο φορές την εβδομάδα. Τη μέρα αυτή ξυπνούσε, ακόμα πιο νωρίς, για να προλάβει ν’ ανάψει φούρνο πριν ανέβει ο ήλιος ψηλά και τηνε πάρει η ζέστη. Ζύμωνε θυμάμαι δεκατέσσερις οκάδες αλεύρι και μας έφτιαχνε επτά καρβέλια και μια πιταστή. Φορούσε πάντα το μαντίλι, για να μην πέσει τρίχα στο ζυμάρι, και με σηκωμένα τα μανίκια, την έβλεπα σκυμμένη πάνω από το ξύλινο σκαφίδι να δουλεύει, με τις δυο γροθιές σφιγμένες μέχρι που οι κόμποι από τα χέρια της να μελανιάσουν.
Μαζί με τα καρβέλια έψηνε παξιμάδια, έφτιαχνε κολοκυθόπιτα, πίτα με χόρτα, και μπομπότα με το καλαμποκίσιο το αλεύρι. Τι σβέλτη που ήτανε, τι επιτήδεια, τι νόστιμο ψωμί που τρώγαμε τότε! Σήμερα μουχλιάζει σε λίγες μέρες, γιατί δεν είναι φτιαγμένο με προζύμι. Όταν η μάνα άναβε το φούρνο, μοσχοβολούσε η γειτονιά. Για να κάψει όμως ο φούρνος ήθελε μπόλικα τσάκνα και κλαρούδια. Τις πιο πολλές φορές όλα αυτά τα κουβαλούσε εκείνη. Φρέσκα κλαριά τα τάιζε στις γίδες, ξερό το έκαιγε στο φούρνο. Τα κουβαλούσε εκείνη, γιατί ο πατέρας γύρναγε αργά από το κτήμα. Το μεσημέρι η θέση του έμενε σχεδόν πάντα αδειανή. Κι όμως, η μάνα το χε έννοια το μαγείρεμα και στο τραπέζι ήθελε να λέμε πάντα προσευχή. Τις πιο πολλές φορές μαγείρευε το βράδυ, γιατί δεν είχαμε τότε ψυγείο ηλεκτρικό, κι έπρεπε ο άντρας να “βρει έτοιμο φαί να πάρει το πρωί μαζί. Κι ύστερα, αν είχε δουλειά πολλή στο κτήμα, αν μάζευαν ελιές, μήλα ή κάστανα, αν ήτανε τρύγος, αν αλώνιζαν, τον έπαιρνε μαζί, κι εμείς, γυρνώντας από το σχολείο, τρώγαμε μοναχά. Ξέραμε ότι θ αργούσανε, και θα ‘ταν και οι δύο κατάκοποι.
Η μάνα όμως θα “χε και πάλι τόσα να κάνει! Τόσα να φροντίσει! Δε θα τελείωνε ασφαλώς η μέρα της, μ” όλη την κούραση της. Πόσες φορές μου δεν την έβλεπα ακόμα τη νύχτα, όταν όλοι είχαμε από καιρό πλαγιάσει, με τη λάμπα και το λύχνο αναμμένο με κάτι να παιδεύεται, να τα προλάβει όλα.
Μονάχα μετά το φαγητό το μεσημεριανό ξαπόσταινε για λίγο. Και όχι πάντα. Γιατί συχνά μαζεύονταν στα σπίτια οι γειτόνισσες. Η μία να ξάσει το μαλλί, η άλλη να γνέσει, να πλέξει κάλτσες για τα παιδιά ή τη φανέλα για τον άντρα. Ψήνανε καφεδάκι και δούλευαν κουβεντιάζοντας. Πολλές φορές μες στο πανέρι έφερναν ρούχα που ’θελαν μπάλωμα. Ποιός τότε αγόραζε καινούρια κάθε τόσο; Ποιος τα πετούσε μόλις πάλιωναν;

Δούλευαν, και μεις τα μικρά, καθισμένα δίπλα τους, μαθαίναμε.
Βλέποντας τις μανάδες μας μαθαίναμε τα πάντα. Εσείς, που ζείτε στις πόλεις τις μεγάλες, τι ξέρετε να φτιάξετε; Τα παίρνετε όλα έτοιμα. Σχεδόν τίποτα πια δεν είναι ναι σπιτικό.
Δίνετε τώρα στα παιδιά σας σταρένιο τραχανά, με στάρι τριμμένο στο χερόμυλο;
Τις χυλοπίτες, τα ντόπια μακαρόνια;
Ρίχνετε στο φαί φρέσκια ντομάτα πελτέ, που να μοσχομυρίζει; 

 


Κι έχετε στο τραπέζι τυράκι με γάλα από τα ζωντανά σας;
Τρώτε τις ελιές τις ζαρωμένες και τις ξιδάτες, κομμένες από τα δέντρα στο δικό σας κτήμα και πίνετε τσιπουράκι με τσιτσιράβα τουρσί;
Ψήνετε μπακλαβά με φύλλα ψιλά σαν τσιγαρόχαρτο, ανοιγμένα στο χέρι, και με καρύδι ξεφλουδισμένο, άσπρο, χιονάτο;
Πλένεστε με σαπούνι από ντόπιο λάδι ελιάς, να ευωδιάζει δάφνη;
Πάν’ όλ” αυτά, για σας τις νέες νοικοκυρές των πόλεων, ξεχάστηκαν…
Έπαψε η φροντίδα του σπιτιού να “ναι χαρά σας και μόνη ικανοποίηση.
Η μάνα μου, κι ας κουραζόταν τόσο, το ‘χε καμάρι το δικό της σπιτικό, χαιρόταν να τηνε παινεύουν. Της έφτανε. Και μένα μου “φτάνε. Αλλά και σήμερα, εδώ μες στο χωριό, βρίσκεις νοικοκυρές που συνεχίζουν ν’ ασχολούνται με τα παραδοσιακά. Δεν κουβαλάνε πια το νερό από τη βρύση, δε βάζουνε μπουγάδα. είναι η ζωή πιο εύκολη, αλλά το θέλουν το πατροπαράδοτο, κι ας αλλάξαν τόσα τα τελευταία χρόνια,,,». 
 




____
  Πηγή: Μια Μηλιώτισσα θυμάται τη ζωή της
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

4 λέξεις θα αλλάξουν την τύχη σου το 2013........

Mερικοί άνθρωποι μοιάζουν να έχουν γεννηθεί τυχεροί, ενώ κάποιοι άλλοι μια ολόκληρη ζωή νιώθουν να καταδιώκονται από την γκαντεμιά. Είναι όμως πραγματικά η τύχη, κάτι μοιραίο;

Και μπορούν να κάνουν κάτι οι γκαντέμηδες για να αλλάξουν τη μοίρα τους;

Σύμφωνα με τον καθηγητή και κορυφαίο βρετανό ψυχολόγο Richard Wiseman, , θεωρεί ότι αν θέλετε να είστε πιο τυχεροί στη ζωή σας πρέπει να αλλάξετε τον τρόπο που σκέφτεστε. Το πρώτο πράγμα που χρειάζεται να κάνεις είναι να περιμένεις την καλή σου τύχη, που συχνά λειτουργεί σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Μετά πρέπει να δουλέψεις με την δική σου προσωπικότητα και να αρχίσεις να σκέφτεσαι και να δρας σας τυχερό άτομο.
Τέσσερις είναι οι λέξεις που πρέπει να βάλεις στο λεξιλόγιο σου τη νέα χρονιά:



Ευκαιρία: Οι τυχεροί άνθρωποι δεν είναι περισσότερο τυχεροί από τους περισσότερους, είναι όμως πιο γρήγοροι στο να εντοπίσουν την ευκαιρία και να την εκμεταλλευτούν. Σε ένα πείραμα που έκανε ο καθηγήτής Wiseman συμπέρανε ότι οι τυχεροί άνθρωποι είναι πιο χαλαροί και ανοιχτοί γι” αυτό μπορούν να δουν τις ευκαιρίες. Είναι κοινωνικοί που σημαίνει ότι έχουν ένα μεγάλο… πηγάδι από υποστηρικτές για να καλέσουν σε βοήθεια ή συμβουλή. 



Αντοχή: Οι τυχεροί άνθρωποι συνήθως βλέπουν την καλή πλευρά της κακοτυχίας τους. Φαντάζονται πώς τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι χειρότερα και γι” αυτό αισθάνονται καλύτερα και περισσότερο θετικοί , για το τι συνέβη. Γι” αυτό να προσπαθείτε να μετατρέπετε το αρνητικό σε θετικό και άρα προς όφελός σας.  



Ένστικτο: Οι άτυχοι άνθρωποι τείνουν να τρέχουν από τη μία δραστηριότητα στην άλλη και περιβάλλονται από θόρυβο και αποπροσανατολισμό που τους αποτρέπει από το να ακούσουν την εσωτερική τους φωνή. Οι τυχεροί άνθρωποι συχνά περνάνε κάποιο χρόνο χαλαρώνοντας για να σκεφτούν τι θέλουν από τη ζωή τους. 




Αισιοδοξία: Οι γκαντέμηδες θεωρούν ότι το σύμπαν τους πολεμά έχοντας την νοοτροπία του θύματος όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά. Επίσης περιμένουν την κακοτυχία να τους συναντήσει. Οι τυχεροί άνθρωποι είναι αιωνίως αισιόδοξοι. Πιστεύουν ότι θα επιτύχουν και όταν αυτό δε συμβαίνει, έχουν την ικανότητα να διαχωρίζουν την αποτυχία με μία στάση του τύπου «δεν ήταν γραφτό να γίνει». Αλλάξτε λοιπόν αντιμετώπιση και τα καλά είναι στο δρόμο σας!

____


Πηγή: newsbomb.gr

Παθιασμένο Μαδριγάλι (Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα)

Ήθελα των χειλιών σου να 'μαι

για να σβηστώ πάνω στο χιόνι

των δοντιών σου.



Ήθελα στο στήθος να 'μαι

σαν το αίμα να κυλήσω

Ήθελα και στα μαλλιά σου

χρυσό όνειρο για πάντα.



Και η καρδιά σου να γινόταν

τάφος στον πόνο της δικής μου.

Η σάρκα σου να μου είναι σάρκα

το μέτωπό σου μέτωπό μου.



¨Ήθελα όλη η ψυχή μου

να μπει μες στο μικρό κορμί σου

και να 'μαι γω η σκέψη σου όλη

και να 'μαι γω το άσπρο σου ρούχο.



Για να σε κάνω να με έρω-

τευετείς με τόσο πάθος

να ξοδευτείς για να με ψάχνεις

χωρίς ποτέ να μ' ανταμώσεις.



Για να πηγαίνεις τ' όνομά μου

κραυγάζοντας προς τον πουνέντε,

ρωτώντας τα νερά για μένα

θλιμμένη πίνοντας χολή

που άφησε πιο πριν στο δρόμο

από η καρδιά μου να σε θέλει.



Κι ενώ εγώ θα μπαίνω μέσα

στη σάρκα του μικρού κορμιού σου

όντας εγώ, εσύ η ίδια

και μέσα σου όντας πια για πάντα

ενώ εσύ μάταια με ψάχνεις

από Ανατολή σε Δύση

μέχρι που τέλος να μας κάψει

η γκρίζα φλόγα του θανάτου.

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

''Μιλώ, Μανώλης Αναγνωστάκης!



Μανώλης Αναγνωστάκης
Μιλώ,
για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών.
Για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα.
Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες.
Μιλώ,
για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους
και τα σαπίζει η βροχή.
Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα
σαν κρανία ξεδοντιασμένα.
Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας
στα στήθια τις πληγές τους.
Μιλώ,
για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα.
Για τις φλεγόμενες πόλεις..
τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμους..
τους μαστροπούς ποιητές που σέρνονται
τις νύχτες στα κατώφλια.
Μιλώ,
για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως
λιγοστεύει τα ξημερώματα.
Για τα φορτωμένα καμιόνια και
τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες.

Μιλώ,
Για τα προαύλια των φυλακών και το δάκρυ των μελλοθανάτων
Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
π’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματα Του.
κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν...
κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν...
κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια.
Κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν.
Κι αυτοί γαλήνιοι το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει,
χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει.
Ό ρ θ ι ο ι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους. 












...είπαν.....

Κάθε πρωινό,παιδιά ξεκινούν χωρίς καμιά ανησυχία. Το κάθε τι είναι πιθανό, οι χείριστες υλικές συνθήκες είναι άριστες. Τα δάση είναι λευκά ή μαύρα,ποτέ πια κανείς δεν θα κοιμηθεί. Αντρέ Μπρετόν

20+13 πράγματα να κάνεις αυτή τη χρονιά..

20+13 πράγματα να κάνεις αυτή τη χρονιά..
1. Πάρε μια βαθιά ανάσα. Αυτή είναι η πιο δύσκολη, αλλά η τελευταία τόσο δύσκολη χρονιά. Η χρονιά με το μοιραίο αριθμό 13 μέσα. Σφίξε τα δόντια. Συγκεντρώσου. Πρέπει να επιζήσεις. Μετά το καλοκαίρι θ’ αρχίσει η ανάδυση.

 

2. Διάβασε λίγη ποίηση, κλασική λογοτεχνία. Οι άνθρωποι πάντα ζούσαν δράματα. Ίσως μεγαλύτερα, πολύ μεγαλύτερα από τα δικά μας. Χρησιμοποίησέ το για έμπνευση, τις δύσκολες εποχές πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε με στιλ, σαν ήρωες. 
 
Fantasy Images Free Image Hosting Upload Photos


3. Σχεδίασε τις κινήσεις σου πέρα από το 2013. Σκέψου τι θα συμβεί μετά. 
 
 

4. Κάνε λίστες, σαν ήρωας του Hornby. Γράψε τα μικρά βήματα που πρέπει να κάνεις για να επιτύχεις αυτό που θέλεις. Σβήνε εκκρεμότητες, ξαλαφρώνεις από βάρη. Σκέψου τον Δεκέμβρη του 2013. Πώς θα ’θελες να ήσουν και με ποιους. Προσπάθησε από τώρα να το επιτύχεις. 
 


5. Κάνε ό,τι περνάει από το χέρι σου. Πάψε να ανησυχείς για όσα δεν μπορείς να ελέγξεις. 
 
4457323
 
 

6. Οργάνωσε το χρόνο σου και τις δουλειές σου, θα τις επιτύχεις ευκολότερα και ο χρόνος θα σου φανεί μεγαλύτερος. Αυτή την εποχή δεν μπορεί να είσαι τόσο χύμα. Κάνε σχέδια για τη μέρα, τη βδομάδα, το μήνα.  
 Image and video hosting by TinyPic

7. Τώρα ξέχνα τα παραπάνω και όποτε νιώθεις έτσι, αφέσου όπου σε βγάλει. Οι πολύ οργανωμένοι άνθρωποι δεν είναι ελκυστικοί, κανείς δεν ερωτεύεται μια μηχανή. Πρέπει όμως να έχεις ένα σχέδιο, για να μπορείς όποτε θες να το εγκαταλείπεις. 
 



8. Μάθε να φεύγεις. Είναι τέχνη. Να προλαβαίνεις τη στιγμή πριν την κούραση. Χάρισέ του τη χαρά να του λείπεις. 
 


9. Μη ρωτάς. Θα σου πει αυτός ό,τι πρέπει. Κάθε άνθρωπος θέλει μια γωνιά δικιά του, προστατευμένη. Οι άντρες κάπου φεύγουν μεσοβδόμαδα σε έναν πλανήτη δικό τους. Δεν είναι κακό.

10. Ξανακόψε το κάπνισμα. Μην ντρέπεσαι. Οι στατιστικές λένε ότι χρειάζονται συνήθως 4 προσπάθειες. Αντικατάστησε μια εξάρτηση με μια άλλη. Φίλα τη συνέχεια. 
 



11. Μη βάζεις το κινητό πάνω στο τραπέζι. Μη του ρίχνεις συνεχώς κλεφτές ματιές. Δεν υπάρχει πιο θλιβερό θέαμα από ένα ζευγάρι στο εστιατόριο που κοιτάνε και οι δυο μια οθόνη ανάμεσά τους.

12. Παίρνε γρήγορες αποφάσεις. Μη σκέφτεσαι συνεχώς εναλλακτικές λύσεις. Βραχυκυκλώνεσαι. Μη φοβάσαι τα λάθη. Είναι απλώς προθέρμανση για το επιτυχημένο άλμα. 
 


13. Μην το παρακάνεις. Άμα κάνεις μόνο λάθη, σημαίνει ότι δεν προσπαθείς αρκετά. Προσπάθησε καλύτερα, προσπάθησε περισσότερο. Κάνε μια καλύτερη προσπάθεια φέτος. 


14. Προστάτευσε την προσωπική σου ζωή. Μόνο τότε είναι δικιά σου. Τα μυστικά είναι το καύσιμο του έρωτα. 
 


15. Μάθε να ακούς. Τα social media σε κάνουν να νομίζεις ότι το θέμα είναι να μιλάς, όλοι λένε «να ακουστεί η φωνή σου». Είναι η μισή αλήθεια. Μάθε να ακούς τους άλλους. Ίσως αυτό σου χρειάζεται περισσότερο για να μιλήσεις και συ. Και να έχεις κάτι να πεις.
16. Γράψ’ του μια ιστορία για σένα. Μη φοβηθείς πως θα τον κουράσεις. Μήπως του αποκαλύψεις πολλά. Θα χαρεί να σε καταλάβει, να σε νιώσει. Τα μυαλά ερωτευόμαστε, όχι τις αναλογίες. 
 


17. Στείλ’ του ένα σκληρό sms, τι θέλεις να σου κάνει, με απλές ωμές λεπτομέρειες. Αναστάτωσέ τον εκεί που δεν το περιμένει.
 


18. Μάθε να αναγνωρίζεις τις χειρονομίες. Να διαβάζεις τα μάτια. Να καταλαβαίνεις. Μη ρωτάς συνέχεια, η ζωή δεν προχωράει με δηλώσεις, με όρκους, με συμβόλαια. Συμβαίνει στο περίπου. Μάθε να διαβάζεις ανάμεσα στις γραμμές, να ερμηνεύεις το σπάσιμο της φωνής, τα υγρά μάτια, τα μισά χαμόγελα, τη φλέβα που πάλλεται στο μέτωπο, τα βλέφαρα που πεταρίζουν φοβισμένα, τα θλιμμένα βλέμματα. Μην εκβιάζεις διαβεβαιώσεις, δεν σημαίνουν τίποτα. Νιώσε μόνη σου ό,τι πρέπει να καταλάβεις. 
 


19. Διάλεξε τις μάχες σου. Άσε μερικά πράγματα να περνάνε στο ντούκου, άσε καμιά πέτρα να πέσει κάτω. Αλλιώς φαίνεσαι απλώς εριστικός γκρινιάρης και σπαταλάς πολύτιμη ενέργεια. 
 


20. Λέγε, έκανα λάθος. Είναι δύσκολο να το καταλάβεις, αλλά είναι απίστευτα απελευθερωτικό. Όχι μόνο για σένα, απελευθερώνει αμέσως και τους άλλους γύρω σου.  


 

21. Να είσαι επιεικής με τους ανθρώπους. Ποτέ με τον εαυτό σου.

22. Συγχώρεσέ την. 
 
 



23. Διάβασε κάτι, όπως παλιά. Ένα βιβλίο με σημειώσεις στα λευκά. Σταματάς λίγα λεπτά και σκέφτεσαι, συνήθως κάτι δικό σου. Ξαναγυρνάς και καταλαβαίνεις τι σου λείπει όταν διαβάζεις στην οθόνη. 

2580415

24. Πίεσε λίγο τον εαυτό σου, ξεβολέψου. Βγες από την επιμελώς προστατευμένη ζώνη ασφαλείας που έχεις δημιουργήσει και κάνε κάτι καινούργιο. Πήγαινε βόλτα σε μέρη που δεν ανήκεις, μίλα με ανθρώπους που δεν είναι κοντά σου, πάρε ρίσκα. Ζήσε μια περιπέτεια με έναν ξένο. Άφησε μια φορά να σε οδηγήσει το σώμα σου. Κάποτε τα συναρπαστικά πράγματα συμβαίνουν δίπλα μας. Είναι δωρεάν και μένουν αξέχαστα. Αυτό που λείπει συνήθως, είναι η δική μας διαθεσιμότητα.  
 

 

25. Τρώγε αργά. Όχι μηχανικά, επειδή πρέπει. Νιώσε τη γεύση. Μην είσαι λαίμαργος. Η λαιμαργία επιτρέπεται μόνο σ
τον έρωτα.

26. Περίμενέ την. Μεγάλωσε το χρόνο αναμονής. Μέχρι να μην αντέχεις άλλο. Ώσπου να θες μόνο αυτό, να μην μπορείς να σκεφτείς τίποτε άλλο, να νιώθεις μόνο οδυνηρή τη σωματική απουσία.  
 Image hébérgée par monsterup.com
 
27. Να είσαι τρυφερός και άγριος στον έρωτα. Απαλό και καυτό μαζί. Όχι, δεν είναι αντιφατικό. Μόνο έτσι είναι. 
 


28. Μην είσαι ανικανοποίητη. Μη ζητάς ακόμα κάτι πιο πολύ. Είναι εξοντωτικό για τους άλλους και αυτοκαταστροφικό για σένα. Η απόλαυση είναι στιγμές. Δεν έχει να κάνει ούτε με την ποσότητα ούτε με τη διάρκεια. 
 
 

29. Αν ένα τηλέφωνο, μια επίσκεψη, ένα μήνυμα μπορεί να δώσει χαρά σε κάποιον, μην αμελήσεις ούτε μια φορά να το κάνεις. Θα ωφελήσει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι φαντάζεσαι και η χαρά του άλλου επιστρέφει σε σένα.

30. Στέλνε λιγότερα mail, post στο FB, ανέκδοτα που διάβασες στους φίλους σου, group messages. Μη νομίσεις ότι είναι επικοινωνία. Χάσιμο χρόνου είναι. Όποιος σκοτώνει την ώρα του δεν δολοφονεί κανέναν. Αυτοκτονεί. Μίλα όταν έχεις πράγματι κάτι να πεις.

31. Σκέψου πριν μιλήσεις. Μην ακούς αυτούς που λένε ότι έτσι φρενάρεις τον αυθορμητισμό σου. Για μερικές κουβέντες που είπαμε μετανιώνουμε μια ζωή. Μια λάθος φράση κάποτε είναι αρκετή για να χάσεις τα πάντα.

32. Κοίτα περισσότερο τον ουρανό. 
 
 



33. Υποσχέσου μου ότι του χρόνου τέτοια μέρα θα ’μαστε πάλι όλοι εδώ, όλοι καλά. 
 
 


______

Φώτης Γεωργελές -athensvoice.g
r

Συνολικές προβολές σελίδας

Ο Καιρός.

....για να δούμε τι θα δούμε στην Τ.V.......

me