Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

Βάλσαμο ψυχής......

Ένα ζεστό χαμόγελο ή μια γλυκιά κουβέντα, μπορεί να γίνουν σανίδα σωτηρίας για κάποιους ανθρώπους...

Η ζωή είναι το σύνολο των στιγμών που μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους.

Είναι ωραίο να μοιράζεσαι τα συναισθήματα με τους άλλους...Τα συνασισθήματα είναι το νέκταρ της ζωής...

...Ο χρόνος φεύγει πολύ γρήγορα...και η ζωή χάνεται σε μια στιγμή...

Ποιο το όφελος λοιπόν, να θυμώνουμε με τους ανθρώπους....γιατί δεν αφήνουμε το καλο να κυριαρχήσει μέσα στην καρδιά μας;;;

...Πόσο, μα πόσο πολύ βοηθιόμαστε και' μεις οι ίδιοι, όταν δίνουμε αγάπη στους άλλους;;;

Κάποιοι ίσως έχουν περισσότερη ανάγκη να γευτούν αγάπη..

Πόσες φορές και 'μεις οι ίδιοι λιγοψυχούμε σε κάποιες δύσκολες καταστάσεις της ζωής και νιώθουμε την ανάγκη από ένα ζεστό χαμόγελο...

Πόσες φορές νιώσαμε την επιθυμία μιας εγκάρδιας αγκαλιάς....και πόση δύναμη παίρνουμε όταν μας δώσουν αυτά τα δώρα..

...Ας μην είμαστε λοιπόν τόσο εγωϊστές...και όταν μας δίνεται η ευκαιρία, ας χαρίζουμε λίγη ελπίδα και πνοή ζωής σταυς άλλους όταν το έχουν ανάγκη...

Είναι τόσο απλό...πάντα ήταν απλή η αγάπη...

Ας δώσουμε λίγη αγάπη και τότε θα νιώσουμε πολύ πλούσιοι μέσα στην καρδιά μας...

Είναι το βάλσαμο για το δικό μας ψυχικό πόνο....



ΑΝ


Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

Απόσπασμα από τη συλλογή του Γιάννη Ρίτσου «οι γειτονιές του κόσμου»

Απόσπασμα από τη συλλογή του Γιάννη Ρίτσου
«οι γειτονιές του κόσμου»
Είσαι όλη από αφρό
Είσαι όλη από αφρούς λεπτούς ανάλαφρους
Και σε διαβαίνουν τα φιλιά και σε ποτίζουν οι μέρες
Η κίνησή μου, το άγχος μου κρέμουνται απ’ το βλέμμα σου.
Κούπα από αχούς και φυλακισμένα αστέρια.
Είμαι κουρασμένος... όλα τα φύλλα πέφτουν, πεθαίνουν.
Πέφτουν, πεθαίνουν τα πουλιά. Πέφτουν, πεθαίνουν οι ζωές.
Κουρασμένος, είμαι κουρασμένος. Έλα, πόθησέ με, δόνησέ με.
Ώ, φτωχή μου αυταπάτη, αναμμένη μου γιρλάντα!
Η αγωνία πέφτει, πεθαίνει. Πέφτει, πεθαίνει ο πόθος.
Πέφτουν, πεθαίνουν οι φλόγες στην ατέλειωτη νύχτα.

Καμίνι από φώτα, περιστέρι από ξανθή άργιλο,
απελευθέρωσέ με απ’ αυτή την νύχτα που μ’ ακολουθάει επίμονα
και μ’ εκμηδενίζει।

Βύθισέ με μεσ’ την φωληά του ίλιγγου και της θωπείας.
Πόθησέ με, κράτησέ με.
Η μέθη στην ανθισμένη σκιά των ματιών σου,
οι πτώσεις, οι θρίαμβοι, τα πηδήματα του πυρετού.
Αγάπε με, αγάπε με, αγάπε με.
Όρθιος σου το κραυγάζω! Θέλε με.
Σπάζω την φωνή μου φωνάζοντάς σε και κάνω κύκλους φωτιάς
Μεσ’ τη γεμάτη αστέρια και λαγωνικά νύχτα.
Σπάζω την φωνή μου και κραυγάζω. Γυναίκα αγάπα με, θέλε με.
Η φωνή μου καίει στους ανέμους, η φωνή μου πέφτει και πεθαίνει.

Κουρασμένος. Είμαι κατάκοπος. Φύγε. Απομακρύνσου. Σβύσου.
Μη φυλακίζεις το στέρφο κεφάλι μου μεσ’ τα χέρια σου.
Να μου διαβαίνουν στο μέτωπο τα μαστίγια του πάγου.
Να μαστιγώνεται η ανησυχία μου με τους ανέμους του Ατλαντικού.
Φύγε. Απομακρύνσου. Σβύσου Η ψυχή μου πρέπει να είναι μόνη.
Πρέπει να σταυρωθεί, να γίνει ψίχουλα, να στροβιλισθεί
ν' αναποδογυριστεί, να μολυνθεί μόνη,
ανοιχτή στην παλίρροια των θρήνων,
καθώς φλογίζεται στον κυκλώνα των ορμών,
ορθωμένη ανάμεσα στους λόφους και τα πουλιά,
να εκμηδενιστεί, να εξολοθρευτεί μοναχή εγκαταλειμμένη και απομόναχη
σαν ένας φάρος τρομάρας

''ΑΣΚΗΤΙΚΗ ''- Νίκος Καζαντζάκης !

MySave.in
"Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο. Καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο. το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή. Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή. ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός. κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή. κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι΄ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία. Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα τα δυο τούτα ρέματα παλεύουν: α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία. β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο. Και τα δυο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει. Σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές. Μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντου. Αλλιώς, πούθε η περανθρώπινη δύναμη που μας σφεντονίζει από το αγέννητο στο γεννητό και μας γκαρδιώνει. φυτά, ζώα, ανθρώπους. στον αγώνα; Και τα δυο αντίδρομα ρέματα είναι άγια. Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ΄ όραμα που χωράει κι εναρμονίζει τις δυο τεράστιες τούτες άναρχες, ακατάλυτες Ορμές. και με τ΄ όραμα τούτο να ρυθμίσουμε το στοχασμό μας και την πράξη."

"Ήσυχα, καθαρά, κοιτάζω τον κόσμο και λέω: Όλα τούτα που θωρώ, γρικώ, γεύουμαι, οσφραίνουμαι κι αγγίζω είναι πλάσματα του νου μου. Ο ήλιος ανεβαίνει, κατεβαίνει μέσα στο κρανίο μου. Στο ένα μελίγγι μου ανατέλνει ο ήλιος, στο άλλο βασιλεύει ο ήλιος. Τ΄ άστρα λάμπουν μέσα στο μυαλό μου, οι Ιδέες, οι άνθρωποι και τα ζώα βόσκουν μέσα στο λιγόχρονο κεφάλι μου, τραγούδια και κλάματα γιομώνουν τα στρουφιχτά κοχύλια των αυτιών μου και τρικυμίζουν μια στιγμή τον αγέρα. Σβήνει το μυαλό μου, κι όλα, ουρανός και γης, αφανίζουνται."

"Με αντρεία, με σκληρότητα στερέωσε απάνω στο σαλευόμενο χάος το καταστρόγγυλο, το καταφώτιστο αλώνι του νου, ν΄ αλωνίσεις, να λιχνίσεις, σα νοικοκύρης, τα σύμπαντα. Καθαρά να ξεχωρίσεις κι ηρωικά να δεχτείς τις πικρές γόνιμες τούτες, ανθρώπινες, σάρκα από τη σάρκα μας, αλήθειες: α) Ο νους του ανθρώπου φαινόμενα μονάχα μπορεί να συλλάβει, ποτέ την ουσία. β) κι όχι όλα τα φαινόμενα, παρά μονάχα τα φαινόμενα της ύλης. γ) κι ακόμα στενώτερα: όχι καν τα φαινόμενα τούτα της ύλης, παρά μονάχα τους μεταξύ τους συνειρμούς. δ) κι οι συνειρμοί τούτοι δεν είναι πραγματικοί, ανεξάρτητοι από τον άνθρωπο. είναι κι αυτοί γεννήματα του ανθρώπου. ε) και δεν είναι οι μόνοι δυνατοί ανθρώπινοι. παρά μονάχα οι πιο βολικοί για τις πραχτικές και νοητικές του ανάγκες. Μέσα στα σύνορα τούτα, ο νους είναι ο νόμιμος απόλυτος μονάρχης. Καμιά άλλη εξουσία στο βασίλειο του δεν υπάρχει. Αναγνωρίζω τα σύνορα τούτα, τα δέχουμαι μ΄ εγκαρτέρηση, γενναιότητα κι αγάπη, κι αγωνίζουμαι μέσα στην περιοχή τους άνετα σα να ΄μουν ελεύτερος."

"Ο νους βολεύεται. Θέλει να γιομώσει μ΄ έργα μεγάλα τη φυλακή του, το κρανίο. Να χαράξει στους τοίχους ρητά ηρωικά, να ζωγραφίσει στις αλυσίδες του φτερούγες ελευτερίας. Η καρδιά δε βολεύεται. Χέρια χτυπούν απόξω από τη φυλακή της, φωνές ερωτικές αφουκράζεται στον αγέρα. κι η καρδιά, γιομάτη ελπίδα, αποκρίνεται τινάζοντας τις αλυσίδες. Και σε μιαν αστραπή της φαίνεται πως έγιναν οι αλυσίδες φτερούγες. Μα γρήγορα η καρδιά πέφτει πάλι αιματωμένη, έχασε πάλι την ελπίδα και την ξαναπιάνει ο Μέγας Φόβος. Καλή η στιγμή, παράτα πίσω σου το νου και την καρδιά, τράβα μπροστά, κάμε το τρίτο βήμα. Γλίτωσε από την απλοϊκή άνεση του νου που βάνει τάξη κι ελπίζει να υποτάξει τα φαινόμενα. Γλίτωσε από τον τρόμο της καρδίας που ζητάει κι ελπίζει να βρει την ουσία. Νίκησε το στερνό, τον πιο μεγάλο πειρασμό, την ελπίδα."

"Σε ποια εποχή του αμπελιού σου έλαχε ο κλήρος να δουλεύεις; Στα σκάμματα; Στον τρύγο; Στα ξεφαντώματα; Όλα είναι ένα. Σκάβω και χαίρουμαι όλον τον κύκλο του σταφυλιού, τραγουδώ μέσα στη δίψα και στο μόχτο μου, μεθυσμένος από το μελλούμενο κρασί. Κρατώ το γιομάτο ποτήρι και ξαναζώ το μόχτο του παππού και του προπάππου. Κι ο ιδρώτας της δουλειάς τρέχει κρουνός στο αψηλό καταμέθυστο κρανίο. Είμαι ένα σακί γιομάτο κρέας και κόκαλα, αίμα, ιδρώτα και δάκρυα, επιθυμίες και οράματα. Κυλιούμαι μια στιγμή στον αγέρα, πνέω, χτυπάει η καρδιά μου, ο νους μου φέγγει, και ξαφνικά η γης ανοίγει και χάνουμαι. Μέσα στο εφήμερο ραχοκόκαλό μου δυο αιώνια ρέματα ανεβοκατεβαίνουν. Μέσα στα σωθικά μου ένας άντρας και μια γυναίκα αγκαλιάζουνται. Αγαπιούνται και μισούνται, παλεύουν.
Ο άντρας πλανταμένος φωνάζει: "Είμαι η σαγίτα που θέλει να σκίσει το στημόνι, να τιναχτεί όξω από τον αργαλειό της ανάγκης. "Να ξεπεράσω το νόμο, να συντρίψω τα κορμιά, να νικήσω το θάνατο. Είμαι ο Σπόρος!"
Κι η άλλη βαθιά μαυλιστική φωνή, η γυναικίσια, αποκρίνεται γαληνεμένη και σίγουρη: "Κάθουμαι διπλοπόδι απάνω στο χώμα, αμολώ τις ρίζες μου βαθιά στα μνήματα. δέχουμαι το σπόρο ακίνητηκαι τον θρέφω. Είμαι όλη γάλα κι ανάγκη. "Και λαχταρώ να γυρίσω πίσω, να κατεβώ στο ζώο, να κατεβώ πιο χαμηλά, στο δέντρο, μέσα στις ρίζες και στα χώματα, να μη σαλεύω."Κρατώ, σκλαβώνω την πνοή, δεν την αφήνω να πετάξει. μισώ τη φλόγα που ανεβαίνει. Είμαι η Μήτρα!"
Αφουκράζουμαι τις δυο φωνές τους. Δικές μου είναι κι οι δυο και τις χαίρουμαι και καμιά δεν αρνιέμαι. Ένας χορός των πέντε αιστήσεων είναι η καρδιά μου. Ένας αντίχορος της απάρνησης των πέντε αιστήσεων είναι η καρδιά μου."

"Η Κραυγή δεν είναι δική σου. Δε μιλάς εσύ, μιλούν αρίφνητοι πρόγονοι με το στόμα σου. Δεν πεθυμάς εσύ. Πεθυμούν αρίφνητες γενεές απόγονοι με την καρδιά σου. Οι νεκροί σου δεν κείτουνται στο χώμα. Γένηκαν πουλιά, δέντρα, αγέρας. Κάθεσαι στον ίσκιο τους, θρέφεσαι με τη σάρκα τους, αναπνές το χνότο τους. Γένηκαν Ιδέες και πάθη, κι ορίζουν τη βουλή σου και την πράξη. Οι μελλούμενες γενεές δε σαλεύουν μέσα στον αβέβαιο καιρό, μακριά από σένα. Ζουν, ενεργούν και θέλουν μέσα στα νεφρά και στην καρδιά σου. Το πρώτο σου χρέος πλαταίνοντας το εγώ σου είναι, στην αστραπόχρονη τούτη στιγμή που περπατάς στη γης, να μπορέσεις να ζήσεις την απέραντη πορεία, την ορατή και την αόρατη, του εαυτού σου. Δεν είσαι ένας. Είσαι ένα σώμα στρατού. Μια στιγμή κάτω από τον ήλιο φωτίζεται ένα από τα πρόσωπα σου. Κι ευτύς σβήνει κι ανάβει άλλο, νεώτερο σου, ξοπίσω σου."

"Ανατριχιάζει η θάλασσα, σκίζεται σε δυο, κι ανεβαίνει από το λασπερό βυθό της ένα λιμασμένο, ανήσυχο, αόμματο σκουλήκι. Νικήθηκε το βάρος, ανασηκώθηκε η πλάκα του θανάτου, προβαίνουν γιομάτα έρωτα και πείνα οι στρατιές τα δέντρα και τα ζώα. Κοιτώ τη Γης με το λασπωμένο μυαλό της κι ανατριχιάζω ξαναζώντας τον κίντυνο. Μπορούσα να βουλιάξω, να χαθώ μέσα στις ρίζες τούτες που πίνουν μ΄ ευδαιμονία τη λάσπη. Μπορούσα να πλαντάξω μέσα στο χοντρό τούτο μυριοζάρωτο τομάρι. ή να σπαράζω αιώνια μέσα στο αιματερό σκοτεινό καύκαλο του παμπάλαιου πρόγονου. Μα γλίτωσα. Πέρασα τα παχιόφλουδα φυτά, πέρασα τα ψάρια, τα πουλιά, τα θεριά, τους πιθήκους. Έκαμα τον άνθρωπο."

το δυσκολότερο απ' όλα..........

MySave.in
Πολύ δύσκολο να αναγκάζεις τον εαυτό σου να μιλάς.
Πιο δύσκολο είναι να αναγκάζεις τον εαυτό σου να σιωπάς.
Ενώ πιο δύσκολο είναι να αναγκάζεις τον εαυτό σου να σκέφτεσαι.
Αλλά το δυσκολότερο απ' όλα είναι να αναγκάζεις τον εαυτό σου να νιώθεις.


Απο τον Β. Σουχομλίνσκι

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Δ Ε Ι Τ ΕΕΕΕΕΕΕ!!!!!!!!

Μερικά ρητά που αν τα εφαρμόσουμε σίγουρα θα καλυτερεύσουμε τη ζωή μας…


Μερικά ρητά που αν τα εφαρμόσουμε σίγουρα θα καλυτερεύσουμε τη ζωή μας…
1. Ο χρόνος που χάσαμε κάνοντας κάτι που μας αρέσει δεν μπορεί να θεωρηθεί χαμένος χρόνος.
2. Η αποτυχία είναι μία καλή ευκαιρία να προσπαθήσω πάλι. Αυτή τη φορά πιο έξυπνα.
3. Τα καλύτερα στη ζωή μας φτιάχτηκαν για να τα μοιραζόμαστε.
4. Ο καλύτερος τρόπος για να προβλέψουμε το μέλλον είναι να το δημιουργήσουμε.
Parrots from !       Eric - PD Cpt.-Thx Mystical to !'!'!' Dr.H.Ilham Patu,SpBS !'!'!'
5. Όσο περισσότερο περιμένουμε το μέλλον, τόσο μικρότερο θα είναι.
6. Μπορούμε να κάνεις οτιδήποτε αλλά όχι τα πάντα.
7. Δεν ξέρουμε ποτέ πόσο δυνατοί είμαστε αν δεν έρθει ένα εμπόδιο για να χρησιμοποιήσουμε τη δύναμη αυτή.
8. Δεν θυμόμαστε ημέρες αλλά στιγμές.
9. Ποτέ να μη ζούμε για το αύριο. Κάνουμε ότι πρέπει σήμερα κιόλας.
Parrots from Can R to !'!'!' Dr.H.Ilham Patu,SpBS !'!'!'
10. Ο κόσμος μας είναι ένα βιβλίο και όσοι δεν ταξιδεύουμε έχουμε διαβάσει μόνο 1 σελίδα.
11. Τα καλύτερα όνειρα συμβαίνουν όταν είμαστε ξυπνητοί.
12. Πότε δεν θα καταφέρουμε να διασχίσουμε τον ωκεανό, αν δεν έχουμε τη δύναμη να αποχωριστούμε τη στεριά.
Parrots from Can R to !'!'!' Dr.H.Ilham Patu,SpBS !'!'!'
13. Αν ακούσουμε μία φωνή από μέσα μας να λέει ότι δεν είμαστε ικανοί να κάνουμε κάτι, τότε το κάνουμε! Προσπάθούμε να σβήσουμε αυτή τη φωνή.
14. Ο κόσμος μας είναι απλώς ένας καμβάς της φαντασίας μας.
15. Μόνο αυτοί που θα ρισκάρουμε να πάνε μακριά, θα δούμε τελικά μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε..........!!!!!!!!

ΑΝΕΚΔΟΤΟ!( Ο καλύτερος εραστής του κόσμου)

Επιτέλους βρέθηκε η απάντηση στο ερώτημα:
Ποιός είναι ο καλύτερος εραστής του κόσμου;

Πολύ απλά "O Ύπνος".
Γιατί;

Έχουμε και λέμε:
-Τους παίρνει όλους!!!
-Σε παίρνει κάθε μέρα!!!
-Μπορεί να σε πάρει πάνω από 1 φορά την μέρα!!!
-Σε παίρνει για πολλές ώρες!!!
-Του αρέσουν τα ομαδικά
(μας πήρε ο ύπνος όλους μαζί)!!!
-Δεν τον ενοχλεί το μέρος
(με παίρνει ο ύπνος όπου να 'ναι)!!!
-Αν δεν σε πάρει στεναχωριέσαι
(Δεν με παίρνει ο ύπνος)!!!
-Έχει ιαματικές ικανότητες
(με πήρε ο ύπνος και συνήλθα)!!!
-Είναι ύπουλος
(μόλις έκλεισα τα μάτια με πήρε ο ύπνος)!!!
-Ανυπομονείς να σε πάρει
(Πότε θα με πάρει ο ύπνος)!!!
-Αν σε πάρει για πολλές ώρες είσαι πιασμένος!!!
-Σε παίρνει όποτε θέλεις!!!
-Πολλές φορές μας προτρέπουν να τον πάρουμε
(ξάπλωσε να σε πάρειο ύπνος)!! !
-Ζηλεύουμε αν τον παίρνουν μόνο οι άλλοι
(σε πήρε ο ύπνος, και τον πήρα και εγώ λιγάκι)!!!

ΑΝΕΚΔΟΤΑΚΙΑ!!!!

Φιλίες γυναικών

Μια γυναίκα γυρίζει στο σπίτι της το πρωί και όταν ο
άντρας της την ρωτάει που ήταν όλη την νύχτα εκείνη
του απαντάει ότι κοιμήθηκε στο σπίτι της καλύτερής της
φίλης.
Ο άντρας τηλεφωνάει σε 10 από τις καλές φίλες της
γυναίκας του και καμία δεν του επιβεβαιώνει οτι την
προηγούμενη η γυναίκα του κοιμήθηκε εκεί.


Φιλίες αντρών

Ένας άντρας γυρίζει στο σπίτι του το πρωί και όταν η
γυναίκα του τον ρωτάει που ήταν όλη την νύχτα εκείνος
της απαντάει ότι κοιμήθηκε στο σπίτι του καλύτερού του
φίλου.
Η γυναίκα τηλεφωνάει σε 10 από τους καλούς  φίλους του
άντρα της και οι 8 της επιβεβαιώνουν οτι κοιμήθηκε
σπίτι τους.
Οι 2 επιμένουν οτι ο άντρας της είναι ακόμα εκεί!!!  
***************************************************
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΜΙΑΣ  ΞΑΝΘΙΑΣ !!!!Ημέρα 1η
------------
Αγαπημένο μου ημερολόγιο.

Όλα είναι πακεταρισμένα για την κρουαζιέρα.
Τα πιο σέξι φορέματά μου και τα είδη μακιγιάζ.

Έχω εξουθενωθεί!


Ημέρα 2η
------------
Όλη μέρα στη θάλασσα, ήταν υπέροχα, είδα φάλαινες
και δελφίνια!

Γνώρισα και τον Καπετάνιο σήμερα - φαίνεται πολύ
καλός άνθρωπος.


Ημέρα 3η
------------
Σήμερα ήμουν στην πισίνα. Έκανα βόλτα στο κατάστρωμα
κι έπαιξα γκολφ.
Ο Καπετάνιος με προσκάλεσε στο τραπέζι του για φαγητό.
Αισθάνθηκα μεγάλη τιμή και πέρασα υπέροχα.
Eίναι πολύ ελκυστικός και περιποιητικός.


Ημέρα 4η
------------
Κέρδισα 8000 στο καζίνο του πλοίου!

Ο Καπετάνιος μου ζήτησε να φάω μαζί του στην καμπίνα του.
Είχαμε ένα πολυτελές δείπνο με χαβιάρι και σαμπάνια.

Μου ζήτησε να περάσω τη νύχτα μαζί του, αλλά αρνήθηκα.
Του είπα ότι δεν μπορώ να φανώ άπιστη στον άντρα μου.


Ημέρα 5η
------------
Στην πισίνα και σήμερα. Κάηκα απ' τον ήλιο, κι ύστερα πήγα
στο πιάνο μπαρ για ποτό την υπόλοιπη μέρα.

Ο Καπετάνιος με είδε και με κέρασε αρκετά ποτά.
Στ' αλήθεια είναι γοητευτικός. Και πάλι μου ζήτησε να πάω
στην καμπίνα του το βράδυ...

Αρνήθηκα ξανά. Μου είπε ότι αν δεν του δώσω
αυτό που θέλει από μένα, θα βυθίσει το πλοίο.

Σοκαρίστηκα.


Ημέρα 6η
------------
Σήμερα έσωσα 1600 ζωές.

Δυο φορές...

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Η απόλυτη ερμηνεία της λέξης ΑΓΑΠΗ- ΖΩΗ!!!


Η απόλυτη ερμηνεία της λέξης ΑΓΑΠΗ
ΖΩΗ

Είναι η ύπαρξη της αγάπης.

Λογική
Είναι η αγάπη που υπολογίζει.

Μελέτη
Είναι η αγάπη που αναλύει.

Επιστήμη
Είναι η αγάπη που ερευνά.

Φιλοσοφία
Είναι η αγάπη που σκέφτεται.

Θρησκεία
Είναι η αγάπη που αναζητάει το Θεό.

Αλήθεια
Είναι η παντοτινή αγάπη .

Ιδανικό
Είναι η αγάπη που ανεβάζει.

Πίστη
Είναι η αγάπη που μεταδίδεται.

Ελπίδα
Είναι η αγάπη που ονειρεύεται.

Καλοσύνη
Είναι η αγάπη που βοηθάει.

Θυσία
Είναι η υπέρτατη αγάπη.

Απάρνηση
Είναι η αγάπη που εγκαταλείφθηκε.

Συμπάθεια
Είναι η αγάπη που χαμογελάει.

Δουλειά
Είναι η αγάπη που “χτίζει”.

Αδιαφορία
Είναι η αγάπη που κρύβεται.

Απελπισία
Είναι η αγάπη που χάνει τον έλεγχο.

Πάθος.
Είναι η αγάπη που χάνει την ισορροπία.

Ζήλια
Είναι η αγάπη που πληγώθηκε.

Υπερηφάνεια
Είναι η αγάπη που τραυματίστηκε.

Πρόκληση
Είναι η αγάπη που υποβαθμίστηκε.

Τέλος το Μίσος, που σίγουρα πιστεύεις ότι είναι το αντίθετο της αγάπης, δεν είναι τίποτα άλλο από την αγάπη που αρρώστησε βαριά!

Η ειρήνη, η χαρά, η απλότητα και η ελπίδα, να μείνουν στην ψυχή σου για όλη σου τη ζωή…

ΑΓΑΠΑ τον εαυτό σου και όλους όσους είναι γύρω σου.
Και να θυμάσαι ότι:
Αγαπώ σημαίνει ζω. Αγαπιέμαι σημαίνει αξίζω.
Αγαπιέμαι και αγαπώ σημαίνει:
ΑΞΙΖΩ ΝΑ ΖΩ!

Ο ΠΑΛΙΑΤΣΟΣ!


Ένας παλιάτσος είμαι εγώ
καλή σας μέρα
Ξέρω να κλαίω, να γελάω, να πονώ
ξέρω να λέω την αλήθεια πέρα ως πέρα
γι' αυτό κι εγώ θα σας το πω...

Τραγούδι λέω δυνατά
ν' ακούσουν όλα τα παιδιά
ν' ακούσει η πολιτεία
κι απ' το τραγούδι μου αυτό
παλιάτσοι άλλοι εκατό να βγουν στην κοινωνία

Κι έτσι όλοι μαζί κι αντάμα
να τραγουδάμε τα δίκια της ζωής
να τραγουδάς κι εσύ απ' την πλατεία
να μάθεις φίλε μου σωστά να ζεις

Τραγούδι λέω δυνατά
ν' ακούσουν όλα τα παιδιά
ν' ακούσει η πολιτεία
κι απ' το τραγούδι μου αυτό
παλιάτσοι άλλοι εκατό να βγουν στην κοινωνία
Ένας παλιάτσος είμαι εγώ
καλή σας μέρα...

Η Κυρά των χελιδόνων.

Ολο το καλοκαιρι κοιμοτανε με τον γιο του σεϊχη, ο οποιος της αγορασε και καινουριο αντισκηνο, οταν ομως ηρθε το φθινοπωρο, τα μαζεψε κι εφυγε, μαζι με τα χελιδονια της...

- Δεν σου κραταω κακια, του ειπε. Οτι εκαμες το εκαμες για την τρελα του ερωτα...

Ζουσε καποτε στη γη των Τσιγγανων, μια πενταμορφη πριγκιπισσα, η Μαρινα.
Η γη των τσιγγανων δεν ανηκε ποτε στους τσιγγανους, αν και ο καταυλισμος τους υπηρχε εκει απο χρονια, ωστοσο οι εξουσιαστες των δημων, δισταζαν να στειλουν εκει τους μισθοφορους τους να τους διωξουν, γιατι μπορει και να ξεσπαγε αληθινος πολεμος. Φροντιζαν ομως να τους καμουν τη ζωη δυσκολη, μπας και σηκωθουν να φυγουν μοναχοι τους κι ετσι ειχαν μετατρεψει τον τοπο γυρω σε σκουπιδοτοπο. Κι εκτος απο διαλυμενα θρανια και ξεχαρβαλωμενα αυτοκινητα, εφερναν και τοποθετουσαν τις σιδερενιες πινακιδες, οπου προανηγγειλαν τα εργα τους στις προεκλογικες περιοδους και μετα τις εκλογες τις ξεστηναν, για να τις ξαναστησουν στις επομενες... Αυτο το εφιαλτικο τοπιο ομως φαινεται οτι αρεσε στα χελιδονια, για να ρχονται να χτιζουν τις φωλιες τους κι ετσι καθε Ανοιξη συνερρεαν αμετρητα σμηνη πουλιων, μετατρεποντας τις σκουριασμενες πινακιδες σε ενα ειδος Λουνα παρκ για χελιδονες...
Η Μαρινα εμφανιζονταν στον καταυλισμο στις αρχες της Ανοιξης, με τα πρωτα χελιδονια και ξαναφευγε το φθινοπωρο, μαζι τους. Γι αυτο και την ονομαζαν - Η Κυρα των χελιδονων...
Καποτε λενε οτι την εβανε στο ματι ο γιος του σεϊχη και της εταξε διαμαντια κι αστερια για να πει το ναι και να τον παντρευτει αλλα η Μαρινα τον αγνοησε. Αυτος μανισμενος, μια νυχτα που χε πιει το καταπετασμα, εφερε γερανακι και σηκωσε ολοκληρο το αντισκηνο της, με τη Μαρινα μεσα, που κοιμοτανε αμεριμνη. Ετσι τσουβαλιασμενη, τηνε κρεμασε απο μια πινακιδα και της ξεκαθαρισε πως αν δεν τον παντρευονταν, θα την αφηνε εκει να κορακιασει απο τη διψα. Οι τσιγγανοι που ειχαν μαζευτει απο κατου, δεν τολμησαν να καμουν την παραμικρη κινηση, φοβουμενοι τον σεϊχη και τον γιο του σεϊχη. Η Μαρινα, παροτι ηξερε οτι ο μεθυσμενος απο ερωτα τσιγγανος ητανε ικανος να την παρατησει εκει απανω, δεν του εδωσε καμια σημασια, παρα βολευτηκε οσο γινονταν καλυτερα και περιμενε να δει που θα φτανε η τρελα του... Συνεβη ομως κατι θαυμαστο, που εχουνε ακομα να το διηγουνται στα παραμυθια τους οι τσιγγανοι...
Τα μυριαδες χελιδονια που φωλιαζαν στις σκουριασμενες πινακιδες του δημου, ξεπεταχτηκαν ολα μαζι κι αρχισοανε, τιτιβιζοντας, να ραμφιζουνε τις ραφες του αντισκηνου. Τσιμπι - τσιμπι, το ξηλωσαν εντελως κι ελευθερωσαν την ωραια αιχμαλωτη.Η Μαρινα πιαστηκε απο τον στυλο της πινακιδας και γλιστρησε χαμω κι ενω ολοι τους σταυροκοπιοντουσαν απορωντας με το ανηκουστο αυτο της φυσης, γυρισε και τους εφτυσε. Μετα πηγε κι αγκαλιασε τον γιο του σεϊχη, που την παρακολουθουσε με ανοιχτο το στομα και τον επιασε απαλα απο το χερι...
Το τι εκαμε και το πως ζουσε ολο τον χεμωνα, κανενας τους δεν ηξερε να πει με βεβαιοτητα. Η μοναδικη της περιουσια ηταν ενα κοκκινο ντατσουν, που το οδηγουσε μοναχη της κι εμπορευονταν κερασια. Καποιοι ελεγαν οτι αποδημουσε κι αυτη στις ζεστες χωρες, παρεα με τα χελιδονια, εδειχναν μαλιστα και μια ζωγραφια κομμενη ταχα μου απο καποιο περιοδικο, που την απεικονιζε στο τιμονι του ντατσουν, να ταξιδευει αναμεσα στα συννεφα, παρεα με τα χελιδονια. Πολλες νεαρες τσιγγανες ορκιζοντουσαν πως την ειχαν δει στο ονειρο τους να οδηγει το κοκκινο φορτηγακι της, στις εθνικες οδους του ουρανου και πως το ντατσουν ειχε βγαλει κανονικα φτερα αεροπλανου και πετουσε... Και μια μικρη τσιγγανα, ονοματι Κιμερ, τραγωδουσε ενα παραξενο τραγουδι για τον αγγελο των χελιδονιων, που η Μαρινα τον συναντουσε στα παρκιν του ουρανου και τονε κερναγε κατακοκκινα κερασια, απ αυτα που πωλουσε... Αλλοι ομως ισχυριζονταν πως ολα αυτα ησανε παραμυθια κι οτι η πενταμορφη Μαρινα ητανε ερωμενη ενος παμπλουτου μπαλαμου, με τον οποιο ομως ειχε καμει συμφωνια να την κατεχει μονο τον μισο καιρο κι ετσι τον αφηνε και τον ξαναβρισκε μαζι με τα χελιδονια της...
Το τελευταιο καλοκαιρι, που την ειδανε στον καταυλισμο, γιατι μετα η Μαρινα εφυγε και χαθηκε, συνεβησαν καποια δραματικα γεγονοτα....
Τον καιρο εκεινο, μεγαλες συμφορες ειχαν επιπεσει στις κεφαλες των πτωχων ανθρωπων. Ο κοσμακης εχαναν τις δουλειες τους, τα μαγαζια και τα εργοστασια εκλειναν, ενώ προστιμομπηχτες και φοροεισπρακτορες τους αρπαζαν και την τελευταια δεκαρα. Πανοπλοι μπατσοι περιπολουσαν στους δρομους. Στις τηλεορασεις μιλουσαν για καποια χρεωκοπια, την ωρα που οι γραβατοπειρατες της Ευρωπης, οι οποιοι ειχανε μυριστει το ποσο ευκολη λεια ηταν αυτή η χωρα, χυμουσαν σαν τα λυκορνια και λεηλατουσαν τα παντα… Ένα από τα μεγαλυτερα ρεσαλτα της διεθνους πειρατειας ηταν κι αυτό που το ειχαν βαπτισει κομψα – «Η πρασινη αναπτυξη». Οι κανουροι δημοι, ειχαν αναδιαρθρωθει εξεπιτηδες, ακριβως για να διασφαλιστουν τα συμφεροντα των γραβατοπειρατων, που εκμεταλλευοντουσαν τις φοβιες του κοσμακη και με προσχημα ένα καλυτερο μελλον, λεηλατουσαν ασυστολα το παρον… Μια ισχυρη ομαδα της διεθνους πειρατειας ειχαν ερθει λοιπον σε συναλλαγη με τους δημους και αγορασαν τη γη των τσιγγανων, για να την καμουν αιολικο παρκο, να παραγουν «πρασινο» ρευμα. Κι ετσι, ένα ωραιο πρωί, οι ανυποψιαστοι τσιγγανοι ειδαν μπροστα τους τις μπουλντοζες και ξοπισω τους δεκαδες πανοπλους μισθοφορους της εξουσιας, με το δαχτυλο στη σκανδαλη.
Πριν καλα-καλα συνερθουνε οι ανθρωποι από το αγριο ξυπνημα, τους την επεσαν οι γραβατοπειρατες και τους εκαμαν εξηγηση από τις ντουντουκες… Εντος εικοσιτεσσαρων ωρων, τους ανακοινωσαν, θα επρεπε να εκκενωσουν τον καταυλισμο, ο οποιος θα ισοπεδωνονταν, θα ξεβρωμιζονταν και θα μετατρεπονταν σε οκικολογικο παρκο. Αν κανενας τους τολμουσε να καμει καμια ταρζανια, θα τον παραχωνανε στα μπαζα, με τις μπουλντοζες! Ετσι, ξερα… Και μετα οι γραβατοπειρατες υψωσαν λαβαρα τις δικαστικες αποφασεις και τα επισημα εγγραφα κι αφου καλυφθηκαν πισω από τους δημοτικομπατσους, εδωσαν συνθημα να ξεκινησει η επιχειρηση. Ωσοτου εκκενωθει ο καταυλισμος, οι μπουλντοζες θα εκκαθαριζαν τον σκουπιδοτοπο….
Οι κακομοιροι οι τσιγγανοι ησαν τοσο φοβισμενοι, που δεν παρατηρησαν τοτε ότι η Κυρα των χελιδονιων, φορτωσε μανι-μανι το αντισκηνο της στο κοκκινο ντατσουν κι εφυγε οδηγωντας το, σαν να τανε αεροπλανο. Μονον η ονειροπαρμενη Κιμερ, θα ελεγε αργοτερα πως το ειχε δει με τα ματια της, ότι ανοιξαν τα κοκκινα φτερα και το ντατσουν υψωθηκε στον ουρανο σαν χελιδονι…
Στο μεταξυ, οι τσιγγανοι αφου πια ξυπνησαν για τα καλα και αρχισαν να ανβτιλαμβανονται τι ειχε συμβει, δοκιμασαν να διαπραξουν τις γνωστες μαμουνιες τους, με τις οποιες όμως ειχαν αποτρεψει στο παρελθον παρομοιες αστυνομικες επιχειρησεις. Και βγηκανε φουριοζοι στα ημιφορτηγα, βομβαρδιζοντας τους δημοτικομπατσους με πατατοφλουδες και κουραδοπλυματα. Αυτοι όμως ησανε από τη νεα φουρνια των μισθοφορων και δεν εμοιαζαν με τους παλιους μπατσους, που το επαιρναν και λιγο στην πλακα. Βαλανε λοιπον μπροστα και πυροβολουσανε τα λαστιχα των ημιφορτηγων και αφου τα εκαμαν καλοκαιρινα, πιασανε τις αντλιες νερου. Οι τσιγγανοι, που σιχαινονταν το νερο πιο πολύ και από τους κεραμιδογατους, δεχτηκαν απανω τους ανελεητους πιδακες υψηλης πιεσης και ανγκαστηκαν να υποχωρησουν προς τα ενδοτερα του καταυλισμου. Οι γραβατοπειρατες όμως δεν τους λυπηθηκαν και εδωσαν εντολη να σημαδεψουνε οι αντλιες κατευθειαν απανω στα τσαντηρια και τοτε εγινε ο χαμος, γιατι αγριες στηλες νερου παρεσυραν τα τσουμπλεκια των τσιγγανων κι εβλεπες να εκτινασσονται σωρηδον κατσαρολικα και βελεντζες, ανακατα με κλεμενα ραδιοκασετοφωνα και μουσκεμενα τσιγγανοπουλα, τα οποια στροβιλιζονταν στον αερα, σαν υγρες μπαλαρινες… Οι τσιγγανοι απωθηθηκαν τελος σε μια γωνιτσα του διαλυμενου καταυλισμου και τρεμοντας σαν τις βρεγμενες γατες, υψωσαν τη σημαια της συνθηκολογησης.
Οι γραβατοπειρατες τους ανακοινωσαν από τις ντουντουκες ότι τους απεμεναν μολις εικοσι ωρες για να τα μαζεψουν και να φυγουν. Οι μπουλντοζες εβαναν μπροστα και αρχισαν το ξηλωμα, πρωτα –πρωτα από τις δημοτικες πινακιδες - αυτές που ησαν γεματες από χελιδονοφωλιες… Κι ενώ μουγκριζανε οι μηχανες, μαυρισε τοτε ο ουρανος από τα σμηνη των αστεγων χελιδονων, που εφερναν τρομαγμενα μια δυο βολτες γυρω από τα γκρεμισμενα σπιτακια τους κι υστερα ανοιγαν φτερα για να φυγουν σε καποιον πιο φιλοξενο τοπο, μακρια από γραβατωμενους πειρατες και πρασινους πλιατσικολογους… Μεχρι το ξημερωμα δεν ειχε μεινει στον πρωην σκουπιδοτοπο ουτε ντενεκες….
Ξημερωνοντας η μερα, οι γραβατοπειρατες ηρθαν και σωριασαν τα λαβαρα με τα επισημα εγγραφα, καταμεσης των τσιγγανων και μετα εδωσαν εντολη στους εργατες του δημου να σηματοδοτησοτησουν με κοκκινες ταινιες την περιοχη του καταυλισμου. Οποιον εκαμε την αποκοτια να μεινει μεσα στην προς εκαθαριση περιοχη, θα τονε σαρωναν οι μπουλντοζες. Οι τσιγγανοι, που ειχαν στο μεταξυ φορτωσει τα υπαρχοντα τους στα ντατσουν, συγκεντρωθηκαν γυρω από τις ταινιες σηματοδοτησης και περιμεναν να δουν τη λεηλασια, πριν να ξεκινησουν οριστικα για καποιον άλλο τοπο, οπου θα εμεναν για λιγο καιρο, μεχρι να τους ξαναδιωξουν κι από εκει… Οι μπουλντοζες μπηκαν στον καταυλισμο κι αρχισαν να σωριαζουν μπαζα από κιλιμια, αδειανες μποτιλιες, μισοτελειωμενους ερωτες και λεηλατημενα ονειρα.
Τοτε όμως ξαναφανηκαν τα χελιδονια…
Φαινεται ότι οι πρωτες που τα ειδανε ησαν οι πιο ονειροπαρμενες από τις τσιγγανες, γιατι πηγαν κι εφεραν τα ντεφια τους κι αρχισαν ένα σιγανο στην αρχη, διστακτικο τραγουδι… Και ξοπισω από τα συννεφακια των χελιδονιων, ειδανε να προβαλει το κοκκινο ντατσουν της Μαρινας. Αλλα η καροτσα του ντατσουν ητανε γεματη από μαυρους ιπποτες, οπλισμενους με επισημα εγγραφα και με σημαιες γεματες βαρειες σφραγιδες… Κανεις δεν εμαθε ποτε με βεβαιοτητα που ακριβως ειχε παει η Κυρα των χελιδονιων και πως ειχε κατορθωσει να σχηματισει εκεινο τον στρατο από μαυροντυμενους δικηγορους, που ηρθανε να πολεμησουν στο πλευρο της για μια χαμενη υποθεση. Αλλοι ελεγαν ότι ειχε πεταξει με το ημιφορτηγακι της στον μακρινο τοπο οπου η ιδια ηταν πριγκιπισσα κι ότι ο βασιλιας ο πατερας της της εδωκε τους καλυτερους νομοϋπασπιστες του κι αλλοι επεμεναν ότι ο εραστης της ο μπαλαμος, την ειχε συνδραμει με λεφτα και γνωριμιες και ετσι εξασφαλισε αυτους τους χαρτοαρματωμενους ιπποτες αλλα όπως και να χε συμβει, το γεγονος ηταν πως η Κυρα των χελιδονιων προσγειωσε το κοκκινο ντατσουν της μπροστα στους γραβατοπειρατες κι από την καροτσα του αποβιβαστηκαν ευθυς οι μαυροι της στρατιωτες, οι οποιοι χυμηξαν καταπανω στους γραβατοπειρατες.
Ακολουθησε λυσαλεα μαχη, οπου οι μαυροι δικηγοροι εξακοντιζαν εναντια στους αντιπαλους τους τα πιο κοφτερα εγγραφα και τις πιο αιχμηρες σφραγιδες, ενώ αυτοι προσπαθουσαν ματαιως να προφυλαχτουν, χρησιμοποιωντας για ασπιδα τους χαρτοφυλακες τους. Τελος, οι γραβατοπειρατες αναγκαστηκαν να οπισθοχωρησουν και εδωσαν εντολη στις μπουλντοζες να απομακρυνθουν από τον καταυλισμο. Η πρασινη αναπτυξη αναβαλλονταν επ αοριστον ή μεχρις οτου τα αφεντικα τους της διεθνους πειρατειας, να τους εφοδιαζαν με καινουρια οπλα και πιο αποτελεσματικες χαρτοαποφασεις, από τα δικαστηρια της Ευρωπης… Κι ως τοτε οι τσιγγανοι μπορουσαν να ξαναγυρισουνε στον λεηλατημενο τους τοπο.
Τα χελιδονια όμως και η πενταμορφη Κυρα τους, δεν ξαναγυρισαν στον καταυλισμο.
Η Κιμερ, που τραγωδει ακομα την ιστορια της Κυρας των χελιδονιων, λεει πως φευγοντας η Μαρινα, της εμπιστευθηκε ένα νεογνο χελιδονακι, που ειχε σπασμενο το φτερο: "Τα παραμυθια δεν μπορουν να μας σωσουν πια", της ειπε η Κυρα των χελιδονιων και της ζητησε να αγαπα το τραυματισμενο χελιδονι.
- Ότι δεν μπορει να πεταξει πια, μονο η αγαπη μπορει να το σωσει…
Και μετα μπηκε στο κοκκινο ντατσουν της και πεταξε μακρια, σ έναν ουρανο γεματον χελιδονια…Λ.Πανουσης

Αιώνας εμπορίου του Τάσου Λειβαδίτη .

Αιώνας εμπορίου του Τάσου Λειβαδίτη
H προσφορά κι η ζήτηση ρυθμίζουνε την κοινωνία
έλεγε ο μεγάλος αδερφός μου Mαρξ. Ένα μικρό, ανήθικο
εμπόριο
κάθε χειρονομία, κάθε λέξη, κι η πιο κρυφή σου σκέψη ακόμα,
μεγάλα λόγια στις γωνιές των δρόμων, οι ρήτορες σαν τους
λαχειοπώλες
διαφημίζοντας όνειρα για μελλοντικές κληρώσεις
τα αισθήματα στο Xρηματιστήριο, στα λογιστικά βιβλία
δούναι και λαβείν, πίστωση, χρέωση,
ισολογισμοί, εκπρόθεσμες συναλλαγματικές, μετοχές,
χρεώγραφα
κι ας κλαίει αυτή η γυναίκα στο δρόμο, τί σημασία έχει;
«ζούμε σε μια μεγάλη εποχή», οι παπαγάλοι δεν κάνουν
ποτέ απεργία
μικροί, ανάπηροι μισθοί αγορασμένοι με νεκρές
περηφάνειες
γνώση αβέβαιη, πληρωμένη μ’ όλη τη βέβαιη νιότη σου,
βρέχει νομίσματα, οι άνθρωποι τρέχουν σαν τρελοί να τα
μαζέψουν
νομίσματα όλων των εποχών, ελληνικά, ρωμαϊκά, της Bαβυλώνας,
δολάρια ασημένια
η βροχή είναι πυκνή, ανελέητη, πολλοί σκοτώνονται
πλανόδιοι έμποροι αγοράζουνε τα πτώματα ― θα χρειαστούν
μεθαύριο
σαν ανεξόφλητες αποδείξεις της «μεγάλης μας εποχής»,
κι αυτούς τους λίγους στίχους χρειάστηκε ένα ολόκληρο
θησαυροφυλάκιο πόνου, για να τους αποσπάσω
απ’ τη φιλάργυρη αιωνιότητα, σαν τοκογλύφοι οι μέρες μας
μάς κλέβουν τη ζωή, τί ζέστη, θε μου, κι όμως βρέχει,
τί καιρός, μα δε θα μου τη σκάσετε εμένα, κύριοι,
είμαι ιδιοφυία στο είδος σας, πίστωση, χρέωση,
ο Pοκφέλλερ άρχισε
πουλώντας καρφίτσες. Θα χτίσω, λοιπόν, κι εγώ ένα μεγάλο
προστατευτικό σπίτι
με τις πέτρες που μου ρίξατε
σ’ όλη τη ζωή μου.

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Πόσες φορές μας κράτησε πίσω ένας σκίουρος;

Κάποτε ήταν ένα αλογάκι που ζούσε με την μητέρα του και ποτέ δεν είχε απομακρυνθεί από δίπλα της. Μια μέρα λοιπόν του λέει εκείνη:
«Ήρθε η στιγμή που πρέπει να βγεις έξω μόνος σου και να μάθεις να κάνεις κάποια πράγματα στην θέση μου. Πάρε αυτό το σακί με το σιτάρι κα πήγαινέ το στον μύλο».

Έτσι το αλογάκι φορτωμένο με το σακί και χαρούμενο που ήταν χρήσιμο ξεκίνησε τον δρόμο του προς τον μύλο. Μετά από λίγο όμως συνάντησε μπροστά του έναν ορμητικό ποταμό… «Τι να κάνω; Μπορώ άραγε να διασχίσω το ποτάμι;»

Σταμάτησε στην όχθη και σκεφτότανε… Δεν ήξερε ποιον να συμβουλευτεί… Κοίταξε τριγύρω του και είδε ένα γέρικο βουβάλι… Το αλογάκι πλησίασε και το ρώτησε: «θείε, τι λες, θα καταφέρω να περάσω απέναντι;»
«Και βέβαια» του απάντησε, «δεν είναι βαθύ, εμένα μου φτάνει μέχρι το γόνατο το νερό, προχώρα ήσυχος».

Το αλογάκι ξεκίνησε και μόλις ετοιμαζόταν να βάλει το πόδι του στο νερό ένας σκίουρος έτρεξε κοντά του και το σταμάτησε λέγοντάς του αγχωμένος: «Μη, πρόσεχε! Μη περάσεις! Είναι επικίνδυνο, μπορεί να πνιγείς!»… «Μα είναι τόσο βαθύ;» ρώτησε το αλογάκι μπερδεμένο… «Φυσικά, ένας φίλος μου χτες πνίγηκε!» απάντησε θλιμμένα το σκιουράκι.

Έτσι λοιπόν, μη ξέροντας ποιον να πιστέψει, αποφάσισε να γυρίσει πίσω και να ρωτήσει την μητέρα του. «Γύρισα γιατί το ποτάμι είναι πολύ βαθύ και δεν μπορώ να το διασχίσω» είπε ταραγμένο… «Είσαι σίγουρος; Εγώ νομίζω ότι δεν είναι δα τόσο βαθύ» απάντησε η μητέρα του… «Το ίδιο μου είπε και το βουβάλι, όμως ο σκίουρος επέμενε ότι είναι επικίνδυνο αφού πνίγηκε χτες ένας άλλος σκίουρος»…

Κινέζικο παραμύθι

Η Μαρίνα των βράχων-Οδυσσέας Ελύτης!

Photobucket
Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της χίμαιρας
Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!
....................................................................................
'Ακουσε ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα
'Εχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.
Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι,
Για ν' αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές
'Η για να πας καβάλα στο μαίστρο.
Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,
Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας
Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.
Photobucket
Οδυσ.Ελύτης

Το Αλφαβητάριο του διαβόλου!

Malaga - Picture for Me
Α
Αλήθεια: Ευφής σύνθεση της επιθυμίας με την πραγματικότητα. Η ανακάλυψη της αλήθειας αποτελεί αποκλειστικό σκοπό της φιλοσοφίας, η οποία είναι η αρχαιότερη δραστηριότητα του ανθρώπινου πνεύματος και έχει βάσιμες ελπίδες πως θα συνεχίσει να είναι μέχρι τέλος του κόσμου
Απαισιοδοξία: Φιλοσοφία, στην οποία εξοκείλει αναγκαστικά κάθε άνθρωπος, όταν απογοητεύεται από την επικράτηση των κακοσουλούπωτων ελπίδων και των αποτρόπαιων χαμόγελων των αισιόδοξων
Αυτοσεβασμός: Μια λανθασμένη αξιολόγηση
Β
Βαρόμετρο: Πανέξυπνο όργανο που δείχνει τι καιρό ήδη έχουμε
Βλακεία: Αυτό το «δώρο εξ' ουρανού», αυτό το «Θείο Χάρισμα» του οποίου η δημιουργική και λογική δύναμη διακατέχει την ανθρώπινη σκέψη, οδηγεί τις πράξεις μας και κοσμεί τη ζωή μας
Γ
Γάμος: Τελετή στην οποία δύο άτομα αναλαμβάνουν την ευθύνη να γίνουν ένα, το ένα τίποτα και το τίποτα ανεκτό
Γέννηση: Η πρώτη και πιο αγαπημένη μας συμφορά
Δ
Διάλογος: Έκθεση επίδειξης δευτερευόντων πνευματικών κατασκευών, στην οποία κάθε συμμετέχων παραείναι απασχολημένος με την παρουσίαση των προϊόντων του για να προσέξει τα προϊόντα του διπλανού
Ε
Εγωιστής: Αυτός που δε μπορεί ν' αντιληφθεί τον εγωισμό των άλλων
Έπαινος: Ο φόρος που καταβάλουμε για τα κατορθώματα που μοιάζουν αλλά δεν είναι ίδια με τα δικά μας
Έρωτας: Παροδική φρενοβλάβεια, η οποία θεραπεύεται με γάμο ή απομάκρυνση του ασθενούς από τους παθογόνους παράγοντες. Η πάθηση αυτή, όπως η τερηδόνα και πολλές άλλες, είναι διαδεδομένη μόνο στους πολιτισμένους λαούς που ζουν σε τεχνητό περιβάλλον, ενώ οι βάρβαροι που αναπνέουν καθαρό αέρα και τρέφονται λιτά, παρουσιάζουν ιδιαίτερη ανοσία. Μερικές φορές, ο έρωτας επιφέρει το θάνατο, κυρίως στους γιατρούς και λιγότερο συχνά στους ίδιους τους ασθενείς
Έτος: Χρονική περίοδος τριακοσίων εξήντα τεσσάρων απογοητεύσεων
Εχθές: Η βρεφική ηλικία της νεότητας, η νεότητα της ωριμότητας, τα πάντα πριν από τα γηρατειά
Η
Ηρεμία: Ασυνήθιστη υπομονή, ενώ καταστρώνεις μιαν αξιόλογη εκδίκηση
Θ
Θαυμασμός: Η ευγενική αναγνώριση του γεγονότος πως κάποιος μας μοιάζει καταπληκτικά
Θρησκεία: Κόρη της Ελπίδας και του Φόβου, που εξηγεί στους αμαθείς τη φύση της αμάθειας
Κ
Καρδιά: Μια αυτόματη μυϊκή αντλία αίματος. Το χρήσιμο αυτό όργανο θεωρήθηκε μεταφορικά ως έδρα των συγκινήσεων και των συναισθημάτων-άποψη εντελώς αβάσιμη, δεδομένου ότι δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια επιβίωση κάποιας παλιάς πανανθρώπινης δοξασίας. Σήμερα είναι γνωστό πως οι συγκινήσεις και τα συναισθήματα εδρεύουν στο στομάχι και πως αναπτύσσονται από τις τροφές με τη χημική δράση του γαστρικού υγρού
Λ
Λατρεύω: Σέβομαι ελπίζοντας
Ληστής: Ένας ειλικρινής επιχειρηματίας
Μ
Ματαιοδοξία: Ο φόρος τιμής του ηλίθιου στον πλησιέστερο γάιδαρο
Μόνος: Με βαρετή παρέα
Ν
Νοέμβριος: Το ενδέκατο δωδέκατο μιας κούρασης
Νύφη: Μια γυναίκα με υπέροχες προοπτικές ευτυχίας πίσω της
Ξ
Ξεκουράζομαι: Σταματάω να ενοχλώ
Ξεπερνώ: Αποκτώ έναν εχθρό
Ο
Οίκτος: Το αίσθημα απαλλαγής, που προκαλείται από μια αποτυχημένη αντιπαράθεση
Π
Πάθος: Το προπαρασκευαστικό στάδιο της προσγείωσης στην πραγματικότητα
Πιάνο: Συσκευή σαλονιού για την καθυπόταξη των επίμονων επισκεπτών. Για να λειτουργήσει, πρέπει να πιέζεις τα πλήκτρα της και τα νεύρα των ακροατών
Ρ
Ρητό: Μια σοφία όλο κόκαλα, σ' ένα στόμα γεμάτο σάπια δόντια
Σ
Συλλογίζομαι: Ζυγίζω τις πιθανότητες στη ζυγαριά της επιθυμίας
Συναναστρέφομαι: Εξαθλιώνω κάποιον
Σχέση: Θεόσταλτο είδος σχέσης στο οποίο οδηγούνται δυο ηλίθιοι, προκειμένου να αλληλοκαταστραφούν
Τ
Τέχνη: Τι είναι αυτό; Δεν υπάρχει ορισμός
Τόλμη: Ένα από τα πιο αξιοζήλευτα χαρακτηριστικά του ασφαλισμένου
Υ
Υπευθυνότητα: Η μάνα της σύνεσης
Υπομονή: Ελάσσων μορφή απελπισίας. Θεωρείται αρετή
Φ
Φιλί: Λέξη που την επινόησαν οι ποιητές για να ομοιοκαταληκτεί με το «Χαρούμενος Πολύ!». Υποτίθεται πως σε γενικές γραμμές σηματοδοτεί ένα είδος τυπικού ή τελετουργίας σχετικής με την απόλυτη κατανόηση, αλλά ο τρόπος με τον οποίο εκτελείται είναι άγνωστος στον λεξικογράφο
Φιλοσοφία: Μια πορεία με πολλούς δρόμους που οδηγούν από το πουθενά στο τίποτε 
Αμπροουζ Μπηρς

Συνολικές προβολές σελίδας

Ο Καιρός.

....για να δούμε τι θα δούμε στην Τ.V.......

me